[ποίηση]
της Ευαγγελίας Πατεράκη
[βιογραφικό] Γεννήθηκα στο άχρονο μιας Ζωής που βάλτωσε τη ζωή μου. Ανταρτεύω στο βάλτο και κρατώ μόνο το άχρονο - σαν αντίσταση στις επιβολές των ηγετών που κατευθύνουν τους ρυθμούς μας. Θα πεθάνω, επίσης στο άχρονο. Άτιτλος είμαι. Με ρόλο Άστεγου Πολίτη των Αξιών - φταίει που στον ύπνο μου βλέπω πάντα φωτιές. Κι αν γουστάρεις, πυροβόλησέ με! Δεν φοράω αλεξίσφαιρο..μόνο αρβυλάκια φοράω χειμώνα - καλοκαίρι.
Άχρονα επίσης, κι ανεκδιήγητα, λαξεύω τις δονήσεις στη δίνη των ημερών. Ο "Ενδιάμεσος Αντίλαλος", που κράτησε τα κάστανα των μικρών μου χειμώνων - από τις εκδόσεις Ίδμων, και "Ο δραπέτης" μου, που αφηγείται καρδιοχτύπια κι ανεξήγητα - από τις εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος.
Αν θέλεις κάπως να με πεις: Έρωτα κι Επανάσταση και Προμηθεύ Πυρφόρο, αυτά έχω ονόματα. Κι αν θέλεις να με συναντήσεις, στην πρωτεύουσα του Χάους, που μας επέβαλαν για κράτος, εδώ που πρωτοέκλαψα.
Επόμενη έκδοσή μου, ετοιμάζεται ηλεκτρονικά, με το όνομα της καρδιάς μου, και το κατά κόσμον γνωστό.
[Προμηθεύς Πυρφόρος] ή αλλιώς, Ευαγγελία Πατεράκη
παραθέτουμε [δύο ποιήματα] της συγγραφέως
Δόξα μάταιη..
Πώς τόσες Μονάδες Αποκατάστασης της
Τάξης χωρούν σε πλήρη αταξία -
ενώ οι αμαρτίες αποδείχτηκαν δικαίωμα στο χορό /
μέσα σε πόλη βιασμένη από ομίχλες /
που πρώτη εταίρα ονομάστηκε -;-
όταν αντί για κάρβουνα ετοιμόρροπα
ανασκάλεψε πληγές
με πέη αρρωστημένα φρικιών
σε εντεταλμένη αποστολή
ιερά υποκριτική ..
Τα σκυλιά γρυλίζουν στις
αρτηρίες των μπουρδέλων κι
οι κάλπικοι ποιητές
προσεύχονται ειδωλολατρικά, για
λίγες σταγόνες ευτυχίας
ενώ ματαιώθηκαν οι πτήσεις
με επιδεικτική ανεργία των ανέμων
σε μάταιη δόξα
υποκρινόμενοι οργασμούς,
οι κάλπικοι ποιητές
όταν οι εικόνες των
αγίων εραστών τους δακρύζουν τεχνηέντως
τις ώρες που
κάποιοι σπάνε βιτρίνες καρναβαλιού
και δαγκώνουν τον αντίχειρα
να στάξει το κόκκινο μελάνι
αδέσμευτα και πλούσια
στο ξεκλείδωμα των πουλιών
με πρώτα τους βήματα
σε στήθη ατίθασα, που
δεν υποσχέθηκαν
αλλά προτάχτηκαν για
να περιφρουρήσουν
την ιερότητα της σμίξης των
μονάδων που διψούν για
ολότητα υψωμένη στο
άπειρο του δίχως πατρίδα -
σεισμογενείς καταστάσεις σε
νωπά σεντόνια που σμίγουν
οι ήχοι απ' άρβυλα σε
απόδραση φυλακισμένων δαιμόνων..
“η άλλη σταύρωση”
Μην κοιτάς το σταυρό μου -!-
Γέρασε το ξύλο του και
άλλο δεν κρατάει
Όμως
καμπούριασα από τα χρόνια
εκεί στο καρφί
και σκέφτηκαν να με αλλάξουν
μαζί μ' εκείνον
που γονάτισε στην υστεροβουλία των
Μ' αφήνουν μόνο ένα κενό
να ετοιμάσουν το νέο σκαρί
να χωρέσει και τα χρόνια μου
που κάμποσα μαζεύτηκαν
Κανείς δε σ' αφήνει ήσυχο
σε τούτη τη ζωή
ούτε κι εσύ σ' αφήνεις
Χτυπώ πόρτες
να βρω μια φωτιά
μια αλυσίδα χοντρή
να σπάσω καθρέφτες
να προλάβω να μιλήσω
το τρένο πιάνει γρήγορα σταθμό
Πήρα νωρίς το μήνυμα
πόλη δεν υπάρχει
ψέμματα όλα
κατασκευές του νου
να μη συννεφιάζει
και χαθεί
Τόπος κρανίου
αχανής
και τα κορίτσια θρηνούν
και πρέπει να
περιμαζέψω τα δάκρυα
και πως να τα κρατήσω
στις τρύπιες μου παλάμες -
ήταν χοντρά τα καρφιά -
θα τις μπαζώσω με πείσμα
τις οπές
να μπορώ να χαϊδεύω
τις ανάσες που μ' ανασαίνουν -
υπάρχουν ακόμη ανάσες
ανάμεσα σε τόσα πτώματα
πάντα ανασαίνουν οι νεκροί
τα πτώματα σαπίζουν
Δε χάθηκαν ακόμη όλα -
έχω να μιλήσω και στον Ιούδα μου
καλύτερα απ' όλους τους
άλλους μου στάθηκε -
πιστός μέχρι το τέλος
Δεν έμαθε ποτέ ότι ήταν αυτός
ο αδερφός μου
γιατί η Μαρία λοξοκοίταξε -
πήρε τον άλλον το νωπό
μέσα στη μήτρα και
της χώρεσε
αφού μικρούλης ήτανε
πώς να της κάνει ο γίγας
που δεν αρνήθηκε ποτές -;-
Κι ας της τον έδειξα
ήτανε καταιγίδα
και δεν είδε
και μια φορά γεννιέται
ο γιγάντιος
Μου κλείνει το μάτι
η άλλη η καταδικασμένη -
εκείνη που λιθοβόλησαν -
τι συνήθειά τους κι αυτή
να σκοτώνουν τον έρωτα -;-
και τους το ΄χα πει -
μόνο οι πόρνες τους είπα
γεννούν
οι άλλες πτώματα φέρνουν
Φταίει που
τελειώνουν και
νωρίς τα ψωμιά
και βαρέθηκα να ταΐσω
αλλοιωμένους
Γι αυτό και
δεν αντέδρασα όταν
με μαστίγωναν
Τότες
σκεφτόμουν τις
πλεξούδες της
που είχαν γεμίσει αίματα
απ' τ' ανοιγμένο της κρανίο
Πόσο την ερωτεύτηκα -!-
Είμαι αιρετικός
το γνωρίζω
Τι άλλο όμως
θα μπορούσα να είμαι
όταν γεννήθηκα από
έναν κρίνο -;-
Το μόνο που επιθυμώ
για το τέλος
είναι ένα στριφτό τσιγάρο
και δώδεκα κάστανα
ψημένα στα κάρβουνα -
έτσι
για να ξεγελάσω
το ρίγος της μοναξιάς μου
Κρυώνω και βρέχει πολύ
Κι εκείνο το κορίτσι
δεν το μάζεψαν οι αστυνόμοι -
λησμόνησαν φαίνεται
να μαζέψουν δυο κόκαλα -
αδύνατη που είναι η εποχή...
Λέω να πλαγιάσω μαζί της απόψε
"Χειμώνα μου", θα της πω
και θ' ανοίξει τα πόδια
να κρατήσει τα δώδεκα κάστανα
το αίμα μου
και το στεφάνι με τ' αγκάθια -
το στέμμα μου το βασιλικό
απ' τον καιρό του χάους μου
Μετά
θα σηκώσω μ'
αντρεία το νέο μου σταυρό
αφού θα έχω θυμηθεί
πως ξυπνάνε τ' αγόρια
τους χειμώνες μέσα στα χιόνια
κι η προφητεία
θα εμπλουτιστεί
με νέας έκδοσης λατρεία -
άλλοι οι νεκροί
κι άλλα τα πτώματα
Κι εγώ νεκρός
θα κουβαλήσω μέχρι το τέλος
το χειμώνα μου
για ν' απαγγείλω με μια ανάσα
όλη τη ντροπή
των πτωμάτων
και το λάθος της Μαρίας
που νόμισε ότι με γέννησε..
Γέρασε το ξύλο του και
άλλο δεν κρατάει
Όμως
καμπούριασα από τα χρόνια
εκεί στο καρφί
και σκέφτηκαν να με αλλάξουν
μαζί μ' εκείνον
που γονάτισε στην υστεροβουλία των
Μ' αφήνουν μόνο ένα κενό
να ετοιμάσουν το νέο σκαρί
να χωρέσει και τα χρόνια μου
που κάμποσα μαζεύτηκαν
Κανείς δε σ' αφήνει ήσυχο
σε τούτη τη ζωή
ούτε κι εσύ σ' αφήνεις
Χτυπώ πόρτες
να βρω μια φωτιά
μια αλυσίδα χοντρή
να σπάσω καθρέφτες
να προλάβω να μιλήσω
το τρένο πιάνει γρήγορα σταθμό
Πήρα νωρίς το μήνυμα
πόλη δεν υπάρχει
ψέμματα όλα
κατασκευές του νου
να μη συννεφιάζει
και χαθεί
Τόπος κρανίου
αχανής
και τα κορίτσια θρηνούν
και πρέπει να
περιμαζέψω τα δάκρυα
και πως να τα κρατήσω
στις τρύπιες μου παλάμες -
ήταν χοντρά τα καρφιά -
θα τις μπαζώσω με πείσμα
τις οπές
να μπορώ να χαϊδεύω
τις ανάσες που μ' ανασαίνουν -
υπάρχουν ακόμη ανάσες
ανάμεσα σε τόσα πτώματα
πάντα ανασαίνουν οι νεκροί
τα πτώματα σαπίζουν
Δε χάθηκαν ακόμη όλα -
έχω να μιλήσω και στον Ιούδα μου
καλύτερα απ' όλους τους
άλλους μου στάθηκε -
πιστός μέχρι το τέλος
Δεν έμαθε ποτέ ότι ήταν αυτός
ο αδερφός μου
γιατί η Μαρία λοξοκοίταξε -
πήρε τον άλλον το νωπό
μέσα στη μήτρα και
της χώρεσε
αφού μικρούλης ήτανε
πώς να της κάνει ο γίγας
που δεν αρνήθηκε ποτές -;-
Κι ας της τον έδειξα
ήτανε καταιγίδα
και δεν είδε
και μια φορά γεννιέται
ο γιγάντιος
Μου κλείνει το μάτι
η άλλη η καταδικασμένη -
εκείνη που λιθοβόλησαν -
τι συνήθειά τους κι αυτή
να σκοτώνουν τον έρωτα -;-
και τους το ΄χα πει -
μόνο οι πόρνες τους είπα
γεννούν
οι άλλες πτώματα φέρνουν
Φταίει που
τελειώνουν και
νωρίς τα ψωμιά
και βαρέθηκα να ταΐσω
αλλοιωμένους
Γι αυτό και
δεν αντέδρασα όταν
με μαστίγωναν
Τότες
σκεφτόμουν τις
πλεξούδες της
που είχαν γεμίσει αίματα
απ' τ' ανοιγμένο της κρανίο
Πόσο την ερωτεύτηκα -!-
Είμαι αιρετικός
το γνωρίζω
Τι άλλο όμως
θα μπορούσα να είμαι
όταν γεννήθηκα από
έναν κρίνο -;-
Το μόνο που επιθυμώ
για το τέλος
είναι ένα στριφτό τσιγάρο
και δώδεκα κάστανα
ψημένα στα κάρβουνα -
έτσι
για να ξεγελάσω
το ρίγος της μοναξιάς μου
Κρυώνω και βρέχει πολύ
Κι εκείνο το κορίτσι
δεν το μάζεψαν οι αστυνόμοι -
λησμόνησαν φαίνεται
να μαζέψουν δυο κόκαλα -
αδύνατη που είναι η εποχή...
Λέω να πλαγιάσω μαζί της απόψε
"Χειμώνα μου", θα της πω
και θ' ανοίξει τα πόδια
να κρατήσει τα δώδεκα κάστανα
το αίμα μου
και το στεφάνι με τ' αγκάθια -
το στέμμα μου το βασιλικό
απ' τον καιρό του χάους μου
Μετά
θα σηκώσω μ'
αντρεία το νέο μου σταυρό
αφού θα έχω θυμηθεί
πως ξυπνάνε τ' αγόρια
τους χειμώνες μέσα στα χιόνια
κι η προφητεία
θα εμπλουτιστεί
με νέας έκδοσης λατρεία -
άλλοι οι νεκροί
κι άλλα τα πτώματα
Κι εγώ νεκρός
θα κουβαλήσω μέχρι το τέλος
το χειμώνα μου
για ν' απαγγείλω με μια ανάσα
όλη τη ντροπή
των πτωμάτων
και το λάθος της Μαρίας
που νόμισε ότι με γέννησε..
[σ]
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήεισαι αστερι κοριτσι μου!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήευχαριστώ για την τιμή Ελένη!
ΑπάντησηΔιαγραφή