Ο Ράϊνερ Μαρία Ρίλκε ήταν Γερμανός
λυρικός ποιητής και πεζογράφος. Γεννήθηκε στην Πράγα το 1875 και ήταν Τσέχικης
καταγωγής. Σπούδασε στην Στρατιωτική
Ακαδημία Σαιντ Πέλτεν αλλά δεν ακολούθησε το στρατιωτικό επάγγελμα.
Συνδέθηκε με φιλολογικούς κύκλους
και αφοσιώθηκε στην λογοτεχνία. Στο έργο του που καλλιέργησε με πάθος το τρίπτυχο
μοναξιά – αγάπη – θάνατος, επηρεάστηκε πολύ από τους Μετερλινγκ, Γιάκομπσεν,
Αντρέ Ζιντ και τον γλύπτη Ροντέν.
Τα σπουδαιότερα βιβλία του
είναι «Το βιβλίο των Εικόνων», 1900, «Βιβλίο των Ωρών», 1905, «Νέα ποιήματα»,
1909, «Ορφικά σονέτα»,1923. Έγραψε και μερικά θεατρικά όπως το «Χωρίς παρόν», «Καθημερινή
ζωή», «Γράμματα σ’ένα νέο ποιητή».
Τα παρακάτω ποιήματα είναι
επιλογή από το βιβλίο Ποιήματα εκδόσεις Ηριδανός μετάφραση Άρη Δικταίου.
Ο Θάνατος του Ποιητή
Πλάγιαζε. Κι ήτανε το
ανασηκωμένο πρόσωπό του
χλωμό, κ’ εκεί, στα μαξιλάρια,
τα σκληρά, παρατημένο,
αφ’ότου ο κόσμος κι ό, τι είναι
απ’ αυτόν μάθος,
απ’ τις αισθήσεις του
αρπαγμένος
στ’ αμέτοχο ξανάπεσε έτος.
Αυτοί, που έτσι τον είδανε
να ζει, δεν ξέραν
πόσο πολύ ήταν ένα μ’ όλα
τούτα,
γιατί, όλα αυτά : τα βάθη
αυτά, αυτά τα λειβάδια,
και τούτο το νερό ήτανε το
πρόσωπό του.
Ω, το πρόσωπό του, όλη η έκταση
τούτη ήταν,
Που τώρα ακόμη πάει σ’αυτόν
κι αυτόν γυρεύει
Κι η μάσκα του, που τρομαγμένη
σβήνει τώρα
Είναι απαλή κι είναι ανοιγμένη
σαν οπώρας
Καρδιά που, στον άνεμο, σαπίζει
Κυρία μπροστά στον καθρέφτη
Σάμπως μες σε μιαν ζάλην από
βαριά μύρα,
Λύνει σιγά-σιγά μες στον
διαυγή, νερένιο
Καθρέφτη της, την κουρασμένη
κίνησή της,
Ρίχνοντας πάνω του ακέριο
το χαμόγελό της
Και περιμένει η νερένια
επιφάνεια να φουσκώσει
απ’ αυτό το χαμόγελον. Ύστερα
τα μαλλιά της
μες στον καθρέφτη χύνει κι
ενώ τον εξαίσιον
ώμον, από την βραδυνή τουαλέττα
βγάζει,
σιωπηλά πίνει απ’ την εικόνα
της. Και πίνει
ό, τι ένας εραστής θα έπινε,
σε μια μέθη,
ερευνητικά, δυσπιστία γιομάτος.
Και δεν νεύει
στην καμαριέρα της παρά μόνο
όταν
στο βάθος του καθρέφτη της βρει
φώτα, ντουλάπες
και την θαμπάδα μιας νυχτωμένης
ώρας.
Προαίσθηση
Είμαι ως σημαία που τα μακράν
την τριγυρνούνε.
Τους ανέμους διαισθάνομαι
που έρχονται, οφείλω
να τους ζήσω, ενώ όλα, ακόμη,
ακινητούνε, χαμηλά :
ακόμα κλείει της πόρτας
απαλά το φύλλο
κι οι καπνοδόχες ηρεμούν
και δεν τριζοβολούνε
τα παράθυρα ακόμη κι η σκόνη
ακόμη είναι βαριά.
Τότε ξέρω τις θύελλες κιόλας
κι ως θάλασσα είμαι ταραγμένος
Και ξεδιπλώνομαι και διπλώνομαι
πάλι
και πέφτω κι ολομόναχος είμαι,
αφημένος
μέσα στην καταιγίδα τη μεγάλη.
Ανησυχία
Φωνή πουλιού στο μαραμένο δάσος
αγροικιέται
που φαίνεται παράλογη σ’αυτό
το μαραμένο δάσος.
Κι όμως η στρογγυλή φωνή
αυτή γαληνεύει
μέσα στο Διότι αυτό που εκείνη
το’χει δημιουργήσει
φαρδύ, σαν ουρανό, πάνω απ’
το μαραμένο δάσος.
Όλα πειθήνια, την κραυγήν
αδειάζουν. Σάμπως
ο τόπος όλος, άφωνος ν’ απλώνεται
εντός της,
ο μέγας άνεμος μέσα της σα
ν’αναδιπλώθη
κι η στιγμή, που ν’ απλωθεί
πιο πέρα θέλει,
χλωμή ‘ναι κι ήρεμη σα να’χε πράγματα γνωρίσει
που, γι’αυτά, θα’πρεπε να
πεθαίναμε όλοι, -
γιατί έχουν από μέσα μας αναπηδήσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ταχυδρομική Διεύθυνση Εντύπου
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΟΔΕΙΑ
ΛΙΝΑ Κ. ΤΖΙΑΜΟΥ
Τ.Κ. 18050 | ΣΠΕΤΣΕΣ
(αποστολή βιβλίων)
Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο | SODEIA@ymail.com
(αποστολή κειμένων, προτάσεων κ.α.)