Η Λιλή Ζωγράφου γεννήθηκε το 1922 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε
φιλολογία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ξεκίνησε την καριέρα της
δημοσιεύοντας έργα της σε λογοτεχνικά περιοδικά και το 1949 εξέδωσε το
πρώτο της έργο με τίτλο Αγάπη και καθιερώθηκε δέκα χρόνια αργότερα με το
δοκίμιο Νίκος Καζαντζάκης-ένας τραγικός. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε
γνωστά περιοδικά και εφημερίδες. Ταξίδεψε πολύ στην Ευρώπη και στις
Ανατολικές χώρες. Δημοσίευσε 24 βιβλία (μυθιστορήματα, νουβέλες και
δοκίμια) που έχουν κάνει αλλεπάλληλες εκδόσεις. Το τελευταίο της
μυθιστόρημα με τίτλο "Η αγάπη άργησε μια μέρα" έχει μεταφραστεί στα
ισπανικά και έχει διασκευαστεί σε σήριαλ για την ελληνική τηλεόραση.
Πέθανε το 1998.
Τον Οκτώβριο του 1978 μ.χ όπως τονίζει και η ίδια η συγγραφέας στον πρόλογο του βιβλίου της εκδίδει το "Επάγγελμα Πόρνη". Το βιβλίο χωρίζεται σε 3 ενότητες. Η πρώτη είναι αφιερωμένη με τον τίτλο "Της χούντας" και η πρώτη ιστορία έχει τον τίτλο "Επάγγελμα Πόρνη." Αναφέρεται σε μια δημοσιογράφο, στα χρόνια της χούντας η οποία δεν μπορεί να ανανεώσει το διαβατήριο της γιατί η χούντα δεν την αναγνωρίζει ως δημοσιογράφο. Μετά από μια γιγαντιαία ταλαιπωρία με την γραφειοκρατία της εποχής ότα συμπληρώνει την αίτηση ανανέωσης στο πεδίο επάγγελμα αναγράφει πόρνη. Δεικτικό χιούμορ, γραφή που τσακίζει την υποταγή και την υποκρισία, απευθείας πυρά στην κυβέρνηση της χούντας αλλά και εναντίον της γραφειοκρατίας και των δημοσίων υπαλλήλων.
Απόσπασμα από το κεφάλαιο "Επάγγελμα Πόρνη"
Το όνειρο να συναντηθούμε ματαιώνεται αμετάκλητα. Δεν έχω καμιά ελπίδα να ταξιδέψω. Η χούντα, η κανακάρα μας, δεν μου δίνει διαβατήριο. Μην αρχίσεις τις γκρίνιες πως δεν προσπάθησα αρκετά, πως είμαι στριμμένη και δεν ξέρω να φερθώ διαλλακτικά στους ανθρώπους κλπ, κλπ. Έκανα, και τι δεν έκανα. Και όλα για το χατήρι σου. Ή μάλλον ψέματα. Από την λαχτάρα μου να σε ξαναδώ. Λες και πρόκειται να πεθάνω. Το ξέρεις καλά πως είχα ορκιστεί να μη θεωρήσω απαραίτητο τίποτα που θα με υποχρέωνε να έρθω σε επαφή με την χούντα : Από ψωμί μέχρι ταξίδι. Και όμως για να σε δω τους αντιμετώπισα[.....]
Α, δεν έχω παράπονο από τους στρατιωτικούς. Τους χρωστώ δύο ανεπανάληπτες στιγμές της ζωής μου. Η μία ήταν όταν παραιτήθηκα από το Πρωτόκολλο, Στρατολογίας ύστερα από 17 χρόνια υπηρεσίας[...] Η κατάθλιψη μου μεγάλωνε μαζί με την καταπίεση. Ούτε στην τουαλέτα δεν μπορούσα πια να πάω. Ένας σμηνίτης με ακολουθούσε σαν σκιά. Και απο σκασιαρχείο όπως παλιά ούτε γι αστείο. Έπρεπε να έχεις γραφτή άδεια με χίλιες σφραγίδες και ορισμένη ώρα και δικαιολογία απουσίας. Είχα εξουδετερωθεί.... Ολομόναχη στεκόμουν χαζεύοντας την κίνηση στον περίβολο. Μυρμήγκια χωρίς διακριτικά, όλοι όμοιοι, σπεύδανε πάνω-κάτω παίρνοντας και δίνοντας διαταγές. Όλη τους η ζωή ήταν διαταγές[...] Ώσπου ένα πρωί είπα : Και γιατί αφού έχω το κουράγιο να θέλω να πεθάνω, δεν βρίσκω την δύναμη να φύγω μια για πάντα από εδώ μέσα; Υπάρχουν πολλά που μπορούν να συμβούν πριν ένα αμετάκλητο θάνατο. Κι ύστερα! Ο θάνατος δεν φεύγει από την θέση του... Κατέβηκα τρέχοντας από τον 6ο και φτάνοντας στην εξώπορτα άκουσα τον σμηνίτη που έλεγε στο τηλέφωνο "Μάλιστα κύριε σμήναγε θα δώσω αμέσως εντολή, απαγορεύεται άνευ αδείας". Πήρε αμέσως την πύλη. "Πύλη με ακούς; Θα έρθει μια υπάλληλος, Ζωγράφου. Δεν έχει άδεια εξόδου. Απαγορεύεται να βγει. Κατάλαβες; Zωγράφου". Όταν έφτασα στην πύλη ένα φρεσκοκουρεμένο χωριατάκι, νεοσύλλεκτος έκλεινε την πόρτα με το κορμί του προτείνοντας το όπλο του.
- Πως λέγεστε;
- Γκρέτα Γκάρμπο, απάντησα γαλήνια.
- Με συγχωρείτε, περάστε, είπε και άνοιξε διάπλατα την πόρτα.
Το δεύτερο σπαρταριστό φιάσκο που τους σκάρωσα, πολεμώντας τους με το χιούμορ, το χρωστούν σε σένα.[...] Πήρα τα ποδαράκια μου, το λήξαν διαβατήριο μο, 6 ηλίθιες φωτογραφίες μου και πήγα στο Υπουργείο Εσωτερικών. Συμπλήρωσα τα έντυπα και τα παρέδωσα στον γκισέ 2. Η αρμόδια δεσποινίς έριξε μια ματιά και με ρώτησε δύσπιστα :
- Είστε δημοσιογράφος;
- Ελπίζω.
- Χρειάζεται μια υπεύθυνη δήλωσις.
- Για ποιο πράγμα;
- Ότι είστε δημοσιογράφος.
- Με συγχωρείτε, δεσποινίς, αλλά το αναγράφει στο 'λήξαν' διαβατήριο μου.
[...]
Διέγραψα με μια απλή γραμμή το "Δημοσιογράφος-Συγγραφέας" και έγραψα από πάνω "Πόρνη - ελευθερίων ηθών". Το ίδιο έκανα σε όλα τα χαρτιά. Τι ευφορία ήταν αυτή που πλημμύρισε τα σπλάχνα μου. Στις φλέβες μου δεν κυλούσε πια αίμα, πάρα γάργαρο γέλιο[...] Σκεφτόμουν τους ασφαλίτες του υπουργείου να κάθονται αποσβολωμένοι μπροστά στην δήλωσή μου και ξεφώνιζα, ολομόναχη μες στο σπίτι, από το γέλιο.
Παρουσιάστηκα ξανά στο γκισέ 2 και έδωσα τα χαρτιά στην ίδια υπάλληλο.
"Αργήσατε να τα φέρετε", μου είπε
"Ναι, απάντησα γλυκύτατα, είχα βλέπετε λίγα προβλήματα με την αλλαγή του επαγγέλματός μου". Τότε πρόσεξε την διαγραφή και την συμπλήρωση. Τα μάτια της στρογγύλεψαν να πεταχτούν έξω και χρειάστηκε λίγα δευτερόλεπτα για να ψελλίσει ξεψυχισμένα. "Καλά αφήστε τα"[...]
"Δεν μπορώ να γράπθω τέτοιο πράγμα στο διαβατήριο" φώναξε ψευδίζοντας ο διευθυντής.
- Αφού μπορώ εγώ να γίνω πουτάνα, εσάς δεν σας πέφτει λόγος
- Μου πέφτει. Γιατί προδβάλλετε το ελληνικόν βαθίλειον".
- Εσείς, κύριε προσβάλλετε τις πόρνες που είναι εργαζόμενες γυναίκες και πολίτες τούτου του κράτους, φώναξα και εγώ[....]
Έτσι είμαι ο μοναδικός υπήκοος τούτης της χώρας που τόλμησε να δηλώσει επάγγελμα απόλυτα συνεπές προς το καθεστώς του μπορντέλου της Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών...
Τον Οκτώβριο του 1978 μ.χ όπως τονίζει και η ίδια η συγγραφέας στον πρόλογο του βιβλίου της εκδίδει το "Επάγγελμα Πόρνη". Το βιβλίο χωρίζεται σε 3 ενότητες. Η πρώτη είναι αφιερωμένη με τον τίτλο "Της χούντας" και η πρώτη ιστορία έχει τον τίτλο "Επάγγελμα Πόρνη." Αναφέρεται σε μια δημοσιογράφο, στα χρόνια της χούντας η οποία δεν μπορεί να ανανεώσει το διαβατήριο της γιατί η χούντα δεν την αναγνωρίζει ως δημοσιογράφο. Μετά από μια γιγαντιαία ταλαιπωρία με την γραφειοκρατία της εποχής ότα συμπληρώνει την αίτηση ανανέωσης στο πεδίο επάγγελμα αναγράφει πόρνη. Δεικτικό χιούμορ, γραφή που τσακίζει την υποταγή και την υποκρισία, απευθείας πυρά στην κυβέρνηση της χούντας αλλά και εναντίον της γραφειοκρατίας και των δημοσίων υπαλλήλων.
Απόσπασμα από το κεφάλαιο "Επάγγελμα Πόρνη"
Αθήνα 2 Οκτώβρη 1972 μ.Χ.
"Χανά αγάπη μου,Το όνειρο να συναντηθούμε ματαιώνεται αμετάκλητα. Δεν έχω καμιά ελπίδα να ταξιδέψω. Η χούντα, η κανακάρα μας, δεν μου δίνει διαβατήριο. Μην αρχίσεις τις γκρίνιες πως δεν προσπάθησα αρκετά, πως είμαι στριμμένη και δεν ξέρω να φερθώ διαλλακτικά στους ανθρώπους κλπ, κλπ. Έκανα, και τι δεν έκανα. Και όλα για το χατήρι σου. Ή μάλλον ψέματα. Από την λαχτάρα μου να σε ξαναδώ. Λες και πρόκειται να πεθάνω. Το ξέρεις καλά πως είχα ορκιστεί να μη θεωρήσω απαραίτητο τίποτα που θα με υποχρέωνε να έρθω σε επαφή με την χούντα : Από ψωμί μέχρι ταξίδι. Και όμως για να σε δω τους αντιμετώπισα[.....]
Α, δεν έχω παράπονο από τους στρατιωτικούς. Τους χρωστώ δύο ανεπανάληπτες στιγμές της ζωής μου. Η μία ήταν όταν παραιτήθηκα από το Πρωτόκολλο, Στρατολογίας ύστερα από 17 χρόνια υπηρεσίας[...] Η κατάθλιψη μου μεγάλωνε μαζί με την καταπίεση. Ούτε στην τουαλέτα δεν μπορούσα πια να πάω. Ένας σμηνίτης με ακολουθούσε σαν σκιά. Και απο σκασιαρχείο όπως παλιά ούτε γι αστείο. Έπρεπε να έχεις γραφτή άδεια με χίλιες σφραγίδες και ορισμένη ώρα και δικαιολογία απουσίας. Είχα εξουδετερωθεί.... Ολομόναχη στεκόμουν χαζεύοντας την κίνηση στον περίβολο. Μυρμήγκια χωρίς διακριτικά, όλοι όμοιοι, σπεύδανε πάνω-κάτω παίρνοντας και δίνοντας διαταγές. Όλη τους η ζωή ήταν διαταγές[...] Ώσπου ένα πρωί είπα : Και γιατί αφού έχω το κουράγιο να θέλω να πεθάνω, δεν βρίσκω την δύναμη να φύγω μια για πάντα από εδώ μέσα; Υπάρχουν πολλά που μπορούν να συμβούν πριν ένα αμετάκλητο θάνατο. Κι ύστερα! Ο θάνατος δεν φεύγει από την θέση του... Κατέβηκα τρέχοντας από τον 6ο και φτάνοντας στην εξώπορτα άκουσα τον σμηνίτη που έλεγε στο τηλέφωνο "Μάλιστα κύριε σμήναγε θα δώσω αμέσως εντολή, απαγορεύεται άνευ αδείας". Πήρε αμέσως την πύλη. "Πύλη με ακούς; Θα έρθει μια υπάλληλος, Ζωγράφου. Δεν έχει άδεια εξόδου. Απαγορεύεται να βγει. Κατάλαβες; Zωγράφου". Όταν έφτασα στην πύλη ένα φρεσκοκουρεμένο χωριατάκι, νεοσύλλεκτος έκλεινε την πόρτα με το κορμί του προτείνοντας το όπλο του.
- Πως λέγεστε;
- Γκρέτα Γκάρμπο, απάντησα γαλήνια.
- Με συγχωρείτε, περάστε, είπε και άνοιξε διάπλατα την πόρτα.
Το δεύτερο σπαρταριστό φιάσκο που τους σκάρωσα, πολεμώντας τους με το χιούμορ, το χρωστούν σε σένα.[...] Πήρα τα ποδαράκια μου, το λήξαν διαβατήριο μο, 6 ηλίθιες φωτογραφίες μου και πήγα στο Υπουργείο Εσωτερικών. Συμπλήρωσα τα έντυπα και τα παρέδωσα στον γκισέ 2. Η αρμόδια δεσποινίς έριξε μια ματιά και με ρώτησε δύσπιστα :
- Είστε δημοσιογράφος;
- Ελπίζω.
- Χρειάζεται μια υπεύθυνη δήλωσις.
- Για ποιο πράγμα;
- Ότι είστε δημοσιογράφος.
- Με συγχωρείτε, δεσποινίς, αλλά το αναγράφει στο 'λήξαν' διαβατήριο μου.
[...]
Διέγραψα με μια απλή γραμμή το "Δημοσιογράφος-Συγγραφέας" και έγραψα από πάνω "Πόρνη - ελευθερίων ηθών". Το ίδιο έκανα σε όλα τα χαρτιά. Τι ευφορία ήταν αυτή που πλημμύρισε τα σπλάχνα μου. Στις φλέβες μου δεν κυλούσε πια αίμα, πάρα γάργαρο γέλιο[...] Σκεφτόμουν τους ασφαλίτες του υπουργείου να κάθονται αποσβολωμένοι μπροστά στην δήλωσή μου και ξεφώνιζα, ολομόναχη μες στο σπίτι, από το γέλιο.
Παρουσιάστηκα ξανά στο γκισέ 2 και έδωσα τα χαρτιά στην ίδια υπάλληλο.
"Αργήσατε να τα φέρετε", μου είπε
"Ναι, απάντησα γλυκύτατα, είχα βλέπετε λίγα προβλήματα με την αλλαγή του επαγγέλματός μου". Τότε πρόσεξε την διαγραφή και την συμπλήρωση. Τα μάτια της στρογγύλεψαν να πεταχτούν έξω και χρειάστηκε λίγα δευτερόλεπτα για να ψελλίσει ξεψυχισμένα. "Καλά αφήστε τα"[...]
"Δεν μπορώ να γράπθω τέτοιο πράγμα στο διαβατήριο" φώναξε ψευδίζοντας ο διευθυντής.
- Αφού μπορώ εγώ να γίνω πουτάνα, εσάς δεν σας πέφτει λόγος
- Μου πέφτει. Γιατί προδβάλλετε το ελληνικόν βαθίλειον".
- Εσείς, κύριε προσβάλλετε τις πόρνες που είναι εργαζόμενες γυναίκες και πολίτες τούτου του κράτους, φώναξα και εγώ[....]
Έτσι είμαι ο μοναδικός υπήκοος τούτης της χώρας που τόλμησε να δηλώσει επάγγελμα απόλυτα συνεπές προς το καθεστώς του μπορντέλου της Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ταχυδρομική Διεύθυνση Εντύπου
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΟΔΕΙΑ
ΛΙΝΑ Κ. ΤΖΙΑΜΟΥ
Τ.Κ. 18050 | ΣΠΕΤΣΕΣ
(αποστολή βιβλίων)
Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο | SODEIA@ymail.com
(αποστολή κειμένων, προτάσεων κ.α.)