Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2012

Άννα Γρίβα, έξι ποιήματα

ποίηση
έξι ποιήματα από την υπό έκδοση ποιητική συλλογή
[Οι μέρες που ήμασταν άγριοι]


[σύντομο] βιογραφικό
Η Άννα Γρίβα γεννήθηκε το 1985 στην Αθήνα, όπου ζει μέχρι και σήμερα. Είναι φιλόλογος και ασχολείται με την ποίηση. Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά (Κουκούτσι, Ένεκεν, Σοδειά, Τα Ποιητικά, Μανδραγόρας, Bookmarks). Στο επόμενο διάστημα αναμένεται να δημοσιεύσει και κάποιες μεταφράσεις ποιημάτων από τα ιταλικά, καθώς και κείμενα σχετικά με Έλληνες λογοτέχνες. Επίσης έχει εκδώσει την πρώτη της ποιητική συλλογή «Η φωνή του σκοτωμένου» (Εκδόσεις «Χαραμάδα», Πάτρα, 2010) και σύντομα ολοκληρώνει τη δεύτερη που θα έχει τον τίτλο «Οι μέρες που ήμασταν άγριοι». 




Μια φορά που άρχισε το κακό μου

Το σώμα αν πονέσει κρατά μυστικά
το σώμα αν πονέσει σκληρό παραπέτασμα
πάνω στα ίχνη του ο μόχθος
σκάβει τη γη
σκάβει ανθρώπους σκάβει το φως και διυλίζεται
γεμάτη ουλές πατημασιά ταξίδι δίχως.

όρυγμα είναι;
του τριγμού το στερέωμα;
άμμος που στάζει σαν το κλάμα
πάνω σε μάγουλα καυτά;

Σε πλεύση άπνοια 
κρατιέμαι
απ’ της λαμπάδας
το σπιθίρισμα
και κάνω βόλτες
που κυκλώνουν
όπως οι μύγες
το κενό.



Τραγούδι του ασήμαντου παιδιού

Κρυφές μιλιές
λέξεις δαγκώματα
των όπλων κρότος
με πληγές τώρα ο δρόμος
μού λέει έλα!
θα ξαγρυπνώ μαζί σου
στις μέρες που θα φεύγουνε
ποιήματα κρίνων απειλές
κι όταν γυρνούν ξανά σε σένα
χάδια από μέταλλο
αγρίμια
τεμάχια τρόμου που πεινούν.

Φέξε μου δρόμε να πατώ
να λάμπουν πρόσωπα
φεγγάρια
σχοινιά να δένουν κόμπο κόμπο
πλεγμένα μάτια
στη θηλιά.



Στον καθρέφτη

Βαθιά κοιτάζω
το σημείο μου
μια τρύπα άδεια
πέφτω μέσα

χαράζω λίγο
τα τοιχώματα
βρίσκω τη λάσπη
τη μαζεύω

ένας σωρός
μπροστά μου πάντα
πατώ
βουλιάζω

ο όγκος δε μετρά
τι έντομο
τι βούβαλος
στο βούρκο.



Βρώμικα παιχνίδια

Έκρυβα τις κούκλες μου
σε όλες τις σχισμές του σπιτιού
τις άφηνα να χαϊδεύονται
με τους αρουραίους
και να γεννούν τα παιδιά τους
ύστερα από μέρες τις έβρισκα
με φαγωμένα πόδια
με τρύπια στήθη
με μαλλιά που κρύβονταν
μέσα σε σβώλους περιττώματα
τις καθάριζα προσεχτικά
τους κάρφωνα πόδια από μπαμπάκι
στήθη από λάσπη
μαλλιά από τα νήματα
που ξήλωνα τις νύχτες
από τα ρούχα μου

δεν είχαν μάτια
πιο μεγάλα από τα μάτια μου
και όμως ήξεραν όλα τα μυστικά μου
δε χόρταιναν να με κοιτούν
να με προστάζουν
να με απελπίζουν με τη σιωπή τους

ύστερα γνώρισα τους αρουραίους
γίναμε φίλοι
κακοποιούσαμε μαζί τις κούκλες
μου δίνανε ιδέες
για την πιο ανέμελη καταστροφή
και ρυθμό για να χτυπώ τα δόντια μου
με κάνανε τετράποδο
αναγνώριζα από μακριά
τις πιο ανούσιες μυρωδιές
σερνόμουν ανάμεσα στους σωλήνες
και στις τρύπες των τοίχων
σχεδόν μπορούσα να εφάπτομαι
με όλη τη μεγαλοπρεπή βρωμιά μου
πάνω στους ανθρώπους

έτρωγα πια και χώνευα
τις κούκλες
των άλλων κοριτσιών



Σκέψεις του εμβρύου
                                          
Σπίθα
διαλέγω
στης λίμνης
το λαρύγγι

βάθος τέρας
ανήμερο
με φλέγει
με κατάπιε.

Επινοώ την αρχή μου
το νερό που με τύλιξε
τους θορύβους
που δεν είχαν αυτιά
να ακούσουν πως ήδη
νοσταλγούσα
αυτό που θα χανόταν μετά

επινοώ και φυλακίζομαι
στην αρχή μου
στο τέλος μου
σε αυτά που με κόπο
θυμάμαι
όπως το δέντρο
που βλαστάνει
τους σπόρους του
σε μιαν άλλη ζωή.



Μνήμη των σαρκοφάγων

Μου γνέφει
απλώνεται

ρευστό πάντα
στο ύψος μας

ανοίγει της μέρας
το περίγραμμα

χάσκει μια θέρμη
στα σκαλιά

ο λύκος λιάζεται
στα ξάγναντα

κάθε πληγή μου
τον χορταίνει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ταχυδρομική Διεύθυνση Εντύπου
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΟΔΕΙΑ
ΛΙΝΑ Κ. ΤΖΙΑΜΟΥ
Τ.Κ. 18050 | ΣΠΕΤΣΕΣ
(αποστολή βιβλίων)

Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο | SODEIA@ymail.com
(αποστολή κειμένων, προτάσεων κ.α.)

Blogger templates


Blogger news