Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

Νανά Τσόγκα "Το παλιρροιακό κύμα της ποίησης"

της Μαρίας Ροδοπούλου


Η ποιήτρια Νανά Τσόγκα, μία από τις πιο αξιόλογες γραφές της νέας γενιάς, ξέρει να μετατρέπει την ποίηση σε ένα παλιρροιακό κύμα αισθήσεων και ονείρων. Με ένα ευφυέστατο και πλούσιο λεξιλόγιο και ένα συναίσθημα που βρίσκεται ανάμεσα στην τρυφερή ειρωνεία και το βελούδινο όνειρο, που πολλές φορές δαγκώνει, η ποιήτρια Νανά Τσόγκα είναι η χαρισματική εκπρόσωπος του νεορομαντισμού στην ποίηση.  Όμως δεν ξεχνά να είναι ρεαλιστική, πολλές φορές με, έξυπνα καλυμμένο, σκληρό τρόπο που με μια τυχαία ανάγνωση μπορεί να διαφύγει από τον αναγνώστη. Με βαθιά αγάπη απέναντι στην Τέχνη που υπηρετεί, η Νανά Τσόγκα είναι η ποιήτρια που ξαναφέρνει τον λυρισμό σε απόλυτη αρμονία με τον σουρεαλισμό που διέπει σχεδόν όλο της το έργο. Και καλεί τον αναγνώστη σε μια εκ βαθέων περιπέτεια ‘γυμνάζοντάς’ τον μέσα από την έντονη ζωγραφική της ποίησής της.



Η φωτογραφία είναι από το νέο της υπό έκδοση έργο "το ΟΝειρο του Κόσμου" σε πρώτη αποκλειστική εμφάνιση.


Σύντομο Βιογραφικό



Η Νανά Τσόγκα σπούδασε στην Aθήνα Aγγλική Γλώσσα και Γερμανική λογοτεχνία, Κοινωνιολογία και Ψυχολογία στο Tübingen της Γερμανίας.

Φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Eθνικού Θεάτρουμε υποτροφία έπαιξε σε πολλά θεατρικά έργα στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Διδάσκει Αγγλικά και Γερμανικά,καθώς και σε θεατρικά σεμινάρια Υποκριτικής και Λόγου. Επίσης κάνει εκπομπές στο ραδιόφωνο.

Της ιδίας:

Μεταφράσεις
(από και προς αγγλικά, γερμανικά):
24 βιβλία αγγλόφωνων και γερμανόφωνων δημιουργών
(ποίηση, πεζογραφία, φιλοσοφία, κριτικά δοκίμια,
κοινωνικοπολιτικές μελέτες) 
Ποίηση:
- ΜεταΠοίηση μετΑμφιέσεων, εκδ. Γαβριηλίδης 1997

- Το ανοίκειον κέλυφος, εκδ. Απόπειρα 2000
- Η είλη της ύλης, εκδ. Απόπειρα 2003
Πεζογραφία:

- Χαριστική αναΒολή, μυθιστόρημα, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2007
Περιοδικό: - “Πανσέληνος” - Περιοδικό Όχημα ~ Ένα κυνικο-τρυφερο-
ιλιγγιώδες Βήμα πριν από το Xάος.
- Κείμενα και ποιήματά της δημοσιεύονται σε ανθολογίες,
ελληνικά και ξένα περιοδικά λογοτεχνίας

Τρία ποιήματα από το τελευταίο της έργο (‘σημειΟμματα’), εκδόσεις "Δωδώνη"


Το πλεονέκτημα των αγγέλων

Πεθύμησες μου λες να ξαναντυθείς                               
τα μάτια μου – γι’ αυτό σου γράφω.
Οι αποστάσεις δεν υπάρχουν, είναι μονάχα ορμή˙
σε στέλνει η επιτάχυνση στην καρδιά της ερήμου
εσύ ζητάς νερό κι αυτή σε εφοδιάζει με πλαστό
διαβατήριο πως τάχα πας εκεί για άσκηση
ανώφελη γυμναστική προβλέψεων
– εμείς απλώς υποδιαστολή του χάους.

Με βλέπω πάλι μες στη σκέψη σου
σαν μισοτελειωμένη ιχνογραφία
θυμάσαι μόνο πόλεμο
κι όλο ξεχνάς
πού άφησες τα χρώματά σου
– απ’ τον καθένα εσύ καλύτερα γνωρίζεις
το βαρετό και φλύαρο, μοναχικό σκοτάδι.

Σκάνε τζιτζίκια σαν πυροτεχνήματα
στην οργιαστική γιορτή του θέρους
βάζει τα δυνατά του να σε κάνει να πιστέψεις
πως τάχα διαρκεί για πάντα
– το Τίποτα και το Ποτέ εξόριστα
πέρα απ’ τις ενοχές των βράχων
που ξεπλένει θάλασσα μετά-νοια
που, δηλαδή, όλο αλλάζει γνώμη
όπως σ’ εκείνες τις ιλιγγιώδεις αποστάσεις
που διανύεις μόνος ανάμεσα
κρεβατοκάμαρα και τύψη τον χειμώνα
στα σύνορα με τον γελοίο υπαινιγμό
περί ακίνητης αιωνιότητας. 

Βλέπεις τώρα τα χέρια σου γεμάτα
από χάδια αξόδευτα
να γίνονται μικρού παιδιού
που έπιασε αχινό για να μαντέψει άθελά του
την συννεφένια υφή του μέλλοντός του.

Μα ο καιρός φυσάει τη ζωή μας
σαν να ’ναι χάρτινη
- ε, τα ποιήματα
της δίνουν κάποιο βάρος.


(Δια)μέρισμα

Βλέπω μόνο σκασμένη γη και πρόσωπα φευγάτα    
πάνε όλοι λένε στη γιορτή προς την οδό Λεόντων
εκεί που καταφίλησε ο Λάιος τη Μοίρα
γύρισε ανάποδα η Γη μαζί με το φεγγάρι
κι οι προξενήτρες του καημού, οι όλβιες Ερινύες
μεθούσαν και ξεσπάγανε σε γλέντια πηγαδίσια.

Πέρασα τρυφηλή ζωή με δόσεις μαραμένες
στους ώμους κουβαλήθηκα με τ' άρματα σερνόμουν
μιλάει η Μοίρα αντ' αυτού, που γέλαγε στην Τύχη
– την πάει μια με το καλό και μια με καροτσάκι
έχουνε δει τα μάτια της γκρεμούς αβύσσους
λουλούδια δάκρυα και φτέρες φτερωμένες.
Με του πηλού τη μυρωδιά δεμένη σταυρουδάκι
βγαίνει κατά καιρούς τσάρκα στα σημερινά
με την ευκολία που εμείς ξεφυλλίζουμε
την Ιστορία του Δημοτικού.

Έχω βαθιά μεσάνυχτα στις τσέπες
βαραίνοντας οι πέτρες της Βιρτζίνια Γουλφ
μου πέσανε στο δρόμο.
Θαυμάζω, δεν μπορώ να πω,
την γενναιοδωρία της Ίριδας
- λούζει τη Μοίρα μου με φωτοβολταϊκά τόξα
ενώ εγώ ακόμη κυνηγάω με τα προϊστορικά
το μυαλό μου -
αλλά αυτό που με απασχολεί κυρίως
είναι η ξηρασία: δεν γίνεται
να πας να πνιγείς
ούτε σε μια κουταλιά νερό.


Κρεσέντο καλωσόρισμα                  

Ήρθε με λασπωμένες μπότες
μούσκεμα στον ιδρώτα της απόστασης˙
οι τρύπιες τσέπες ένδειξη πως τα όνειρα δραπέτευσαν
– το βραδινό καράβι είχε σαλπάρει
κι εκείνος έψαχνε ως την τελευταία στιγμή
τα ναύλα για τον ουρανό σ’ ένα λουλούδι.

Στο δρόμο έχασα πολλά, μα όχι την ψυχή μου
είπε κι ακούμπησε επάνω στο τραπέζι
λευκό και άφιλο χαρτί – μολύβι
η ματιά του ακονισμένο
από ιδιωτική βροχή ανομολόγητη – κι εγώ
έδαφος πρόσφορο για τα οικεία βέλη.

Πριν απ’ αυτόν, με καίει
το χαμόγελό του από αιθρία
αξέχαστη στη μέση του χειμώνα
για ώρα ανάγκης, μου έλεγε
όταν με κοίταζε απ’ τα βάθη
ως την ψυχή μου –  μαγνήτης
πελάγη απεγνωσμένα ανάμεσα,
τριαντάφυλλες ανάσες σε γέφυρα πυρφόρα
– ο στεναγμός μού ζωγραφίζει πεταλούδες
μες στα σωθικά –
δεν έχω δεύτερο πουκάμισο
εκτός απ’ την αφή μου να του δώσω.

Διασχίζουμε στο ραλοντί και εν ριπή
στιγμές φωσφορίζουσες
με δρασκελιές ανίατης νεότητας
ατέλειωτες εκ(σ)τάσεις
σε αέναη που λατρεύαμε την πτήση
– τέρψη και τύψη πώς ζυγιάζονται θανάσιμα
πάνω στα φτερά αρπακτικού
αμετανόητη προσδοκία
απειλούμενη
από την γνώση που διαθέτει υπομονή.

Προτού μ’ αγγίξει ένα αστέρι φεύγει
απ’ την παλάμη του πυροτεχνήματα 
καθώς με τύλιγε
ο ουρανός κάτω απ’ την στέγη
μα με ανοιχτούς κρουνούς και βρέχουν
άυλο χρυσάφι.

Τώρα, εκεί. Και πάλι εδώ:
αργά και αστραπιαία ταυτόχρονα
γυμνό και το δωμάτιο
φέγγει ως το αύριο των δακρύων
ο έναστρος πόθος.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ταχυδρομική Διεύθυνση Εντύπου
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΟΔΕΙΑ
ΛΙΝΑ Κ. ΤΖΙΑΜΟΥ
Τ.Κ. 18050 | ΣΠΕΤΣΕΣ
(αποστολή βιβλίων)

Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο | SODEIA@ymail.com
(αποστολή κειμένων, προτάσεων κ.α.)

Blogger templates


Blogger news