Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

[Εκκρεμότητες] της Μαρίας Ροδοπούλου ~ ΠΕΖΟ


photo by Steve Graham

"Οι ακρίδες και οι εκκρεμότητες έχουν μια απίστευτη ομοιότητα. Και οι δύο καταβροχθίζουν τις σοδειές και όταν έρθει η ώρα να θερίσεις δεν έχει απομείνει τίποτα
παρά μόνο το νεκρό χώμα"

Οι
εκκρεμότητες είναι σαν τις κρεμάστρες με τα παλιά, σκονισμένα ρούχα που κρέμονται συνήθως στο βάθος της ντουλάπας και μυρίζουν μούχλα, αποσύνθεση και ναφθαλίνη. Όπως σχεδόν μυρίζουν όλα τα νεκρά πράγματα. Κρεμάστρες με ρούχα που ποτέ κανείς δεν θα φορέσει αλλά διστάζει κιόλας να πετάξει.   «Και αν μου χρειαστούν;» σκέφτεται που και που. Βέβαια γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να φορέσει κάτι νεκρό πάνω του. Και τελικά είναι αυτή η μη παραδοχή που τον οδηγεί να κρατά τις κρεμάστρες με τα παλιά ρούχα. Είναι η μη αναγνώριση των νεκρών πραγμάτων που μας κάνει συλλέκτες άχρηστων αντικειμένων.

Άφησα για μια στιγμή
τις εκκρεμότητες να αιωρούνται

- έτσι κι αλλιώς δεν τελειώνουν ποτέ
κι εγώ διερωτώμαι αφού δεν είναι γυναίκες
πως μπορούν και γεννούν συνέχεια
μικρούς δυνάστες πίσω από τον άδειο τοίχο-

και έτρεξα έξω από το δωμάτιο θέλοντας να ξεφύγω από τη κόκκινη πόρτα.
Συνέχεια μου ψιθυρίζει για τις αμαρτίες και για τις μικρές ασήμαντες κλοπές
που διαπράττουν οι μη ανειλλημένες υποχρεώσεις μου

- μα εγώ σκέφτομαι εκείνον τον ποιητή που έγραφε στις μάντρες μια μόνο λέξη,
οι άλλες τον είχαν παρατήσει επειδή ήταν μέθυσος , και γελούσε ο τρελός γιατί όπως και να την έγραφε πάλι σε κάποιο σημείο της γης πέθαινε μόνος-

Στην ευχή, φώναξα, άστες να γλεντήσουν,
τι θέλουν κι αυτές πέρα από μια μπουκιά ψωμί και λίγο αίμα για να μπορούν να ταΐζουν την ανικανότητά τους να διπλωθούν και να τακτοποιηθούν στα συρτάρια
μαζί με την ναφθαλίνη.

– εκτός από τους νεκρούς ανθρώπους,
και τα νεκρά ζητήματα απαιτούν τ’ αναθήματά τους -

Και θα περπατούσα αμέριμνη για ώρα πολλή με το βάρος να τραγουδάει στην πλάτη αν δεν συναντούσα εκείνον τον παράξενο άνδρα που καθόταν κάτω από ένα τεράστιο μανιτάρι. Ξεγύμνωσε το μπράτσο του και μας έδειξε μια γυμνή γοργόνα που είχε φυλακίσει κάποτε. Με δάχτυλα που έτρεμαν χάιδεψε τα γεμάτα λέπια στήθια της και είπε γελώντας

«Ξέρεις ψάρευα και εγώ φαντασιώσεων υποθέσεις όταν ήμουν ασυρματιστής σ’ ένα εμπορικό καράβι. Μεταφέραμε γουρούνια από την Κυανή Ακτή στο Κονοτού γιατί οι πολιτισμένοι δεν άντεχαν την μυρωδιά τους και έτσι από τη μια τα ξεφορτωνόντουσαν και από την άλλη δείχνονταν και σπλαχνικοί.
Είναι μεγάλη υπόθεση να ξεφορτώνεσαι την βρωμιά σου και να σε χρήζουν Ευεργέτη γι’  αυτό".

Έβγαλε ένα μικρό ασημένιο φλασκί από την τσέπη και αφού το κούνησε
με οργή είπε :
"Ανάθεμά το. Ποτέ δεν αδειάζει τελείως και ποτέ όλο δεν γεμίζει.
Που λες, πόρτα μου, ψάρευα και εγώ ανθρώπους
αλλά ποτέ δεν είχα πιάσει μια τέτοια αβασάνιστη πλάνη
σαν αυτή που σε έχει ζωστεί".

Έτσι, όπως καταλαβαίνετε ,
κατέβασα την πόρτα από τους ώμους,
την έβαλα στη θέση της και αφέθηκα στη φλυαρία της ενώ σκότωνα
μια – μια τις ακατάστατες εκκρεμότητες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ταχυδρομική Διεύθυνση Εντύπου
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΟΔΕΙΑ
ΛΙΝΑ Κ. ΤΖΙΑΜΟΥ
Τ.Κ. 18050 | ΣΠΕΤΣΕΣ
(αποστολή βιβλίων)

Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο | SODEIA@ymail.com
(αποστολή κειμένων, προτάσεων κ.α.)

Blogger templates


Blogger news