"Για όσους γίνεται λόγος σήμερα, περίπου όλοι ανάξιοι είναι" Ρ.Α.
Μία από τις σημαντικότερες νεοελληνικές πνευματικές
φυσιογνωμίες και οπωσδήποτε μια από τις σημαντικότερες περιπτώσεις κριτικού στα
μεταπολεμικά της Ελλάδας είναι ο Ρένος Αποστολίδης. Γιος του γνωστού
δημοσιογράφου, Ηρακλή Αποστολίδη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1924 και απεβίωσε το
2004. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε ως ελεύθερος
συντάκτης, αρχισυντάκτης, κριτικός και αρθρογράφος σε πολλά περιοδικά και
εφημερίδες της Αθήνας. Ο ίδιος μαζί με τον πατέρα του έκδοσε και διεύθυνε το
κριτικό και ανθολογικό μηνιαίο περιοδικό «Τα Νέα Ελληνικά». Πληθωρική και
πολύπλευρη η συγγραφική του δραστηριότητα εκτείνεται από νωρίς σε πολλές
κατευθύνσεις : διήγημα, κριτική, δοκίμιο, αρθρογραφία, ποίηση. Το κριτικό του
έργο περιλαμβάνεται κυρίως στα βιβλία : «Κριτική του Μεταπολέμου», 1962, και «Κατηγορώ», 1965 αλλά και σε πλήθος άρθρα
δημοσιευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά.
Ο Ρένος είναι εγωτικός, αναρχικός, και σε εσχατολογική
προοπτική μηδενιστής. Πιστεύει πως η βασική κοινωνική αντίθεση είναι του κάτω
και του αποπάνω (Νέα Ελληνικά, τ.1/1966), του λαού και της εξουσίας και πως οι
άλλες προβαλόμενες διαφορές είναι μόνο στα λόγια και ψεύτικες. Τα μόνα αληθινά
και συμπαγή κριτήρια είναι το έργο, η πράξη και η ποιότητα. Η βασική μάλιστα
ποιότητα της συνείδησης είναι η Επανάσταση, ο Αντικονφορμισμός :
«Συνείδηση αντικονφορμιστική είναι εκείνη που δεν δέχεται αρχές, αξίες, αρετές, κριτήρια προκατατεθειμένα μέσα της από αγωγή, παιδεία, από περιβάλλον, από επίδραση που αγνοεί την προέλευση τους και τον τελολογισμό τους. Δεν υπάρχει αγωγή, παιδεία, κοινωνία, τάξη, καθεστώς, περιβάλλον – δεν υπάρχει τίποτα κατεστημένο, ή το από «κατεστημένου τινός» που να μην έχει ίδιο τέλος.
Αντικονφορμιστική συνείδηση είναι εκείνη που αναζητεί πρωτίστως και μετά την απελευθέρωσή της από οιαδήποτε ίδια τέλη κόσμων εκτός αυτής.
Αντικονφορμιστική είναι, δηλαδή, η συνείδηση που ζητεί, πρωτίστως, αυτοπροσδιορισμό και αυτοδιάθεση.
Δεν είναι αντικονφορμιστική η συνείδηση που δέχεται αυθεντίες, όποιες αυθεντίες.
Αντικονφορμιστική είναι – πρακτικώτερα – η συνείδηση που ξυπνημένη με τρομερή υποψία για τις τροφές με τις οποίες την εξέθρεψαν, θέτει από βάσεως υπό δοκιμασία και έλεγχο κάθε αρχή, αξίωμα, δόγμα, γνώση, έννοια, αρετή ή κριτήριο που βρίσκει μέσα της «εμπεπηγμένο» από αγωγή, παιδεία, παράδοση, περιβάλλον, συνήθεια, ηθική «κρατούσα», αξιολογία «κρατούσα», μόδα ή κοινή γνώμη…» «Ο Επαναστατικός Αντικονφορμισμός» στα «Νέα Ελληνικά» τ.6, 1966.
«Συνείδηση αντικονφορμιστική είναι εκείνη που δεν δέχεται αρχές, αξίες, αρετές, κριτήρια προκατατεθειμένα μέσα της από αγωγή, παιδεία, από περιβάλλον, από επίδραση που αγνοεί την προέλευση τους και τον τελολογισμό τους. Δεν υπάρχει αγωγή, παιδεία, κοινωνία, τάξη, καθεστώς, περιβάλλον – δεν υπάρχει τίποτα κατεστημένο, ή το από «κατεστημένου τινός» που να μην έχει ίδιο τέλος.
Αντικονφορμιστική συνείδηση είναι εκείνη που αναζητεί πρωτίστως και μετά την απελευθέρωσή της από οιαδήποτε ίδια τέλη κόσμων εκτός αυτής.
Αντικονφορμιστική είναι, δηλαδή, η συνείδηση που ζητεί, πρωτίστως, αυτοπροσδιορισμό και αυτοδιάθεση.
Δεν είναι αντικονφορμιστική η συνείδηση που δέχεται αυθεντίες, όποιες αυθεντίες.
Αντικονφορμιστική είναι – πρακτικώτερα – η συνείδηση που ξυπνημένη με τρομερή υποψία για τις τροφές με τις οποίες την εξέθρεψαν, θέτει από βάσεως υπό δοκιμασία και έλεγχο κάθε αρχή, αξίωμα, δόγμα, γνώση, έννοια, αρετή ή κριτήριο που βρίσκει μέσα της «εμπεπηγμένο» από αγωγή, παιδεία, παράδοση, περιβάλλον, συνήθεια, ηθική «κρατούσα», αξιολογία «κρατούσα», μόδα ή κοινή γνώμη…» «Ο Επαναστατικός Αντικονφορμισμός» στα «Νέα Ελληνικά» τ.6, 1966.
Κριτική του Μεταπολέμου απόσπασμα
«Να πω λοιπόν εγώ, το πνευματικό, τι να κρατήσετε απ το παραδεδομένο, τι βαθειά να οικειωθήτε και να σώσετε που’ ναι χρυσάφι;
Το Δημοτικό να σώσετε, τον Σολωμό και τον Κάλβο. Τον Καβάφη
να σώσετε, τον Σικελιανό και τον Καρυωτάκη. (Ζυγιάζω πολύ πριν προφέρω ονόματα
κι ακόμα πιο πολύ πριν παραλείψω. Ο καιρός σφίγγει και δεν προφταίνουμε. Προσέξτε,
παρέλειψα: Βαλαωρίτη, Παλαμά, Κρυστάλλη... Διαβάστε Γιάννη Αποστολάκη, μπορούμε
κάποτε να συνεχίζουμε ότι καλά έχει αρχινισμένο ένας άλλος- δεν είναι λόγος όλα
να τα σβήνουμε ηροστρατικά σ’ αυτόν τον τόπο, όπου τόσο δύσκολα άλλωστε φτουράει
κάποια παράδοση. Κρατήστε κι εσείς τις καταφάσεις που γράφτηκαν παραπάνω, κι όλες
τις άλλες δίκαιες αρνήσεις οικειωθήτε του Αποστολάκη. Θεμελιωτής υπήρξε).
Γυρίστε σε στερεές τροφές – στην γενιά των πατέρων, των μεγάλων κλώνων της πεζογραφίας μας : Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Πολυλά, και Βιζυηνό, και Θεοτόκη. Και Κονδυλάκη μετά, και Χρηστομάνο και Χατζόπουλο. Και πιο πριν σε όλους τους τίμιους άντρες αγωνιστές απομνημονευματογράφους μας. Κι ακόμα παλιότερα : στον Ηλία Μηνιάτη μας, αν θέλετε, και στις παραδόσεις μας, στις παροιμίες μας – που φιλότιμα είχε αρχίσει να συνάξη ο Πολίτης ο λαογράφος μας, κι ακόμα τόσες δεκάδες χρόνια δεν αξιώθηκαν να συνεχιστή και ολοκληρωθεί, έτσι προκομμένοι πούμαστε!.
(Δεν παραλείπω τυχαία ονόματα. Δεν μνημονεύω τυχαία)Θραφήτε με τα ελάχιστα της παλιάς στερεής Κριτικής μας : «Διάλογο» του Σολωμού, Πολυλά, Λασκαράτο, Ροϊδη, Περικλή Γιαννόπουλο, αντιπαλαμικό Χατζόπουλο, Φώτο Πολίτη και πάλι Γιάννη Αποστολάκη – και στοπ. Παραπέρα : κινούμενη άμμος. Παραπέρα : αλισβερίσι, όχι Κριτική. Συναλλαγή, όχι Γνώμη.
(Δεν παραλείπω τυχαία μήτε και τυχαία μνημονεύω ονόματα – κι υψώνω φράχτες κι ανοίγω καιάδες, για να τους γεμίσετε!)
Αυτό είναι το παραδεδομένο έως το ’30. Δηλαδή όσο αξίζει περίπου να κρατήσετε από την Λογοτεχνία μας, στις μικρές κι αυστηρές αποσκευές που σας επιβάλλουν τέτοιοι κρίσιμοι και σκληροί καιροί. Και το «’30» αφού οι θορυβώδεις κι οργανωμένοι διαφημιστές και προβολάτορές του θελήσαν πάντα χωριστά, σα δήθεν «εξαίρετο», να το βουίξουν φορτικά στ αφτιά μας, και στ ‘ αφτιά σας – και μας γεμίσαν τόσες μύγες και λόγια περιττά – πιο προσεχτικά ας κρισαριστεί (κάτι ύποπτο θα κρύβει, θα το βρείτε).
Για την ώρα κρατήστε μόνο απ’ αυτό : τη Ζωή εν Τάφω και το Βασίλη Αρβανίτη του Μυριβήλη, το Νούμερο και το πολύ τέσσερα καλά διηγήματα του Βενέζη, τον Πέντρο Κάζα του Κόντογλου, τον Λιάπκιν του Καραγάτση, την Ιζαμπώ του Τερζάκη, την Eroica και το διήγημα Κομηλιά του Κοσμά Πολίτη, τον Αφέντη της Βαθέρνας του Σφακιανάκη. Κρατήστε ακόμα τους ποιητές Ρίτσο, Βρεττάκο, Σεφέρη, Ελύτη και κλείστε τις αποσκευές σας μ’ όλο κι όλο το άξιο από το «’30».
Γυρίστε σε στερεές τροφές – στην γενιά των πατέρων, των μεγάλων κλώνων της πεζογραφίας μας : Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Πολυλά, και Βιζυηνό, και Θεοτόκη. Και Κονδυλάκη μετά, και Χρηστομάνο και Χατζόπουλο. Και πιο πριν σε όλους τους τίμιους άντρες αγωνιστές απομνημονευματογράφους μας. Κι ακόμα παλιότερα : στον Ηλία Μηνιάτη μας, αν θέλετε, και στις παραδόσεις μας, στις παροιμίες μας – που φιλότιμα είχε αρχίσει να συνάξη ο Πολίτης ο λαογράφος μας, κι ακόμα τόσες δεκάδες χρόνια δεν αξιώθηκαν να συνεχιστή και ολοκληρωθεί, έτσι προκομμένοι πούμαστε!.
(Δεν παραλείπω τυχαία ονόματα. Δεν μνημονεύω τυχαία)Θραφήτε με τα ελάχιστα της παλιάς στερεής Κριτικής μας : «Διάλογο» του Σολωμού, Πολυλά, Λασκαράτο, Ροϊδη, Περικλή Γιαννόπουλο, αντιπαλαμικό Χατζόπουλο, Φώτο Πολίτη και πάλι Γιάννη Αποστολάκη – και στοπ. Παραπέρα : κινούμενη άμμος. Παραπέρα : αλισβερίσι, όχι Κριτική. Συναλλαγή, όχι Γνώμη.
(Δεν παραλείπω τυχαία μήτε και τυχαία μνημονεύω ονόματα – κι υψώνω φράχτες κι ανοίγω καιάδες, για να τους γεμίσετε!)
Αυτό είναι το παραδεδομένο έως το ’30. Δηλαδή όσο αξίζει περίπου να κρατήσετε από την Λογοτεχνία μας, στις μικρές κι αυστηρές αποσκευές που σας επιβάλλουν τέτοιοι κρίσιμοι και σκληροί καιροί. Και το «’30» αφού οι θορυβώδεις κι οργανωμένοι διαφημιστές και προβολάτορές του θελήσαν πάντα χωριστά, σα δήθεν «εξαίρετο», να το βουίξουν φορτικά στ αφτιά μας, και στ ‘ αφτιά σας – και μας γεμίσαν τόσες μύγες και λόγια περιττά – πιο προσεχτικά ας κρισαριστεί (κάτι ύποπτο θα κρύβει, θα το βρείτε).
Για την ώρα κρατήστε μόνο απ’ αυτό : τη Ζωή εν Τάφω και το Βασίλη Αρβανίτη του Μυριβήλη, το Νούμερο και το πολύ τέσσερα καλά διηγήματα του Βενέζη, τον Πέντρο Κάζα του Κόντογλου, τον Λιάπκιν του Καραγάτση, την Ιζαμπώ του Τερζάκη, την Eroica και το διήγημα Κομηλιά του Κοσμά Πολίτη, τον Αφέντη της Βαθέρνας του Σφακιανάκη. Κρατήστε ακόμα τους ποιητές Ρίτσο, Βρεττάκο, Σεφέρη, Ελύτη και κλείστε τις αποσκευές σας μ’ όλο κι όλο το άξιο από το «’30».
Έννοια σας. Τυχαία δεν πρόφερα, και δεν παρέλειψα. Αν ξέχασα και κάτι ζητώ συγνώμη από την Ιστορία για την μικρή ή λίγη ποιότητα που αδίκησα. (Τις παραμόνιμες όμως, τις αρκετές, τίποτα δεν τις σβήνει από την μνήμη).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ταχυδρομική Διεύθυνση Εντύπου
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΟΔΕΙΑ
ΛΙΝΑ Κ. ΤΖΙΑΜΟΥ
Τ.Κ. 18050 | ΣΠΕΤΣΕΣ
(αποστολή βιβλίων)
Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο | SODEIA@ymail.com
(αποστολή κειμένων, προτάσεων κ.α.)