Με τον όρο Pop art αναφερόμαστε στο καλλιτεχνικό κίνημα που
δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε στη μεγάλη Βρετάνια και στη δεκαετία του
’50 στην αμερική. Η ονομασία οφείλεται στον Lawrence Alloway, κριτικό
τέχνης, ο οποίος την χρησιμοποίησε το 1958. Μέχρι τότε οι καλλιτέχνες
της pop art αναφέρονταν ως νέο-νταντά, μιας και ο ντανταϊσμός θεωρείται
πρόδρομος της pop art. Στόχος της pop art ήταν να αντιταχθεί στον
αφηρημένο εξπρεσιονισμό, πετυχαίνοντας το με τον αυθορμητισμό, τα
καταναλωτικά σύμβολα, τα comics, τα έντονα χρώματα, την υπερβολή, την
απόρριψη του παραδοσιακού και τη ανύψωση του καθημερινού.
Ηγετική φυσιογνωμία της pop art θεωρείται ο Roy Lichtenstein. Ο Roy
Lichtenstein γεννήθηκε στο μανχάταν της νέας υόρκης το 1923. Από τα
εφηβικά του χρόνια κι έπειτα ασχολήθηκε με την τέχνη ως χόμπι, άκουγε
φανατικά τζαζ και ζωγράφιζε πορτραίτα των μουσικών κατά τη διάρκεια της
εμφάνισής τους πάνω στη σκηνή. Αποφοίτησε το 1949 με πτυχίο mfa από το
Ohio State University , το οποίο του προσέφερε μαθήματα στούντιο και
καλών τεχνών. Στην πορεία του συνέβαλλε ουσιαστικά ο Hoyt L. Sherman,
καθηγητής του στο πανεπιστήμιο. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε την Isabel
Wilson , με την οποία απέκτησε δυο γιους, τον David Hoyt και τον
Mitchell . Χώρισαν το 1965. Από το 1960 διδάσκει στο Rutgers University,
αλλά παραιτείται το 1964 για να επικεντρωθεί στην τέχνη. Εκείνη την
περίοδο ασχολήθηκε με την Proto-pop.
Το 1961 αρχίζει να ζωγραφίζει pop χρησιμοποιώντας κινούμενα σχεδία και τεχνικές που προέρχονται από τις
διαφημιστικές εκτυπώσεις. Το 1962 διοργανώθηκε η πρώτη του ατομική
έκθεση στο Carlebach Gallery στη νέα υόρκη. Κατά τη δεκαετία του 1960
έργα του Lichtenstein εκτέθηκαν στο Leo Castelli Gallery στη νέα υόρκη
μαζί με έργα των Andy Warhol, Jasper Johns, James Rosenquit και άλλων .
Αποστασιοποιημένος από τα έργα του αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό ο
Lichtenstein δημιουργεί έργα προσιτά και οικεία στους θεατές.
Χρησιμοποιεί χρώματα έντονα όπως το μπλε, το κόκκινο, το κίτρινο,
κάποιες φορές το πράσινο, το μαύρο και το λευκό και το αποτέλεσμα
γίνεται οξύτερο. Τα έργα του δείχνουν σχεδόν βιομηχανικά, στερεοτυπημένα
μέσω της αφαίρεσης και προσαρμόζονται στο ευρύ γούστο χωρίς να
απλοποιείται το νόημα τους.
Αποτυπώνει μοτίβα western, αμερικανικά είδωλα, ήρωες της κλασικής
μυθολογίας και επηρεάζεται από την κλασική περίοδο και την Rococo, την
τέχνη της προϊστορικής περιόδου καθώς και την ελληνική αρχιτεκτονική.
Μέσω της ήρεμης προσέγγισής του ισοπεδώνει το περιεχόμενο του
αντικειμένου ξεπερνώντας τους περιορισμούς όπως ο Cézanne . Στα έργα
του, τα οποία φαίνονται επιφανειακά και για κάποιους ρηχά, κατάφερε να
ευτελίσει συναισθήματα, καταστάσεις, πράξεις και ανθρώπους. Άφησε το
στίγμα του στην ιστορία της τέχνης γιατί έδωσε στην pop art πνοή και
ζωντάνια χρησιμοποιώντας comics,όχι όμως και τη θεματολογία τους. Πέθανε
το 1997 από πνευμονία.
Ελένη Μανόλοβα