Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη
Οι πολλαπλές
προ(σ)κλήσεις της Ιστορίας και ‘‘Η ζωή που
ονειρεύτηκε ο Ερνέστο Γκ.’’, του Ζαν-Μισέλ Γκενασιά.
‘‘Δεν έχω γίνει αδιάφορος μπροστά στην ευτυχία των
ανθρώπων. Ήθελα πράγματι να αλλάξω τον κόσμο. Δεν τα κατάφερα. Τουλάχιστον όμως,
ο κόσμος δεν άλλαξε εμένα… Αφιέρωσα τη ζωή μου να αγωνίζομαι γι αυτές τις
ιδέες, να προσπαθώ να θριαμβεύσουν. Ελπίζω ειλικρινά αυτό να γίνει μια μέρα,
αλλά δεν θα ξαναπιάσω όπλο για να το πετύχω. Υπάρχουν άλλοι δρόμοι. Σκέφτομαι σήμερα πως το παιχνίδι είναι στημένο και χαμένο εκ
των προτέρων, γιατί αυτοί που όφειλαν να
αγωνιστούν πρόδωσαν την παράταξή τους και προτίμησαν την άνεση και την
ησυχία τους..’’. Τι θα άλλαζε άραγε μετά απ’ όλα αυτά στη ζωή του θρυλικού
επαναστάτη Τσε Γκεβάρα, και για να πάμε λίγο μακρύτερα στον κόσμο ολάκαιρο;
Έχει μήπως κάποια σημασία η χρονική στιγμή που έρχονται αμείλικτα τα παραπάνω
ερωτήματα;
Εκ πρώτης όψεως ο τίτλος του εν λόγω
βιβλίου, παραπέμπει αλλαχού, αλλά
αποδεικνύεται παραπλανητικός μόνο όμως σε όποιον τελειώσει την ανάγνωσή
του. Ο μεγάλος και χιλιοτραγουδισμένος
επαναστάτης, Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, εμφανίζεται στο βιβλίο προς τις τελευταίες,
σχεδόν, σελίδες του. Έως τότε το ενδιαφέρον κρατάει ένας άλλος πρωταγωνιστής, ο
οποίος μονοπωλεί το χώρο με τις προκλήσεις και τα διλήμματα που έρχονται
απειλητικά κάποιες φορές μπροστά του και τον καλούν να αναμετρηθεί φαινομενικά
με τον εαυτό του, αλλά στην πραγματικότητα με τις απώτερες εξελίξεις και τα πιθανά
αποτελέσματα.
Η κεντρική
φιγούρα του βιβλίου, ο Γιόζεφ Κάπλαν, διασχίζει ολάκαιρο τον εικοστό αιώνα.
Μαζί του ξετυλίγεται το κουβάρι των δραματικών γεγονότων από τις αρχές του προηγούμενου πια αιώνα, έως
σχεδόν τις μέρες μας. Γεγονότα τα οποία σημάδεψαν με ανεξίτηλο τρόπο, όπως καλά
γνωρίζουμε, όχι αποκλειστικά την προσωπική ζωή του πρωταγωνιστή ή των περί
αυτού προσώπων, αλλά ολάκαιρη την Ευρώπη και πολλές βέβαια άλλες χώρες. Η
ιστορική αφήγηση ξεκινάει από την Πράγα, τη γενέθλια πόλη του Γιόζεφ,
μετακομίζει στο Παρίσι, στο Αλγέρι και τελικά
ξαναγυρνάει εκεί απ’ όπου ξεκίνησε, επιβεβαιώνοντας πολλούς άγραφους κανόνες
και νόρμες του βίου. Άτομο κατ’ εξοχήν ανήσυχο, προοδευτικό από μια σκοπιά, ο
Γιόζεφ πνίγεται μέσα στην επαρχιακή εμφάνιση και νοοτροπία της πόλης του. Η
επιθετικότητα, η αντίθεση στο κοινωνικό status και η οργή του, εκδηλώνονταν με διάφορους τρόπους.
Φοιτητής ήδη της Ιατρικής σχολής, εκλέγεται πρόεδρος της οργάνωσης αυτών, και
αρχίζει τον ανελέητο αγώνα εναντίον της καθεστηκυίας τάξης, του ίδιου του
πατέρα του, τραγουδώντας στα στενοσόκακα της Πράγας πως ‘‘ο ούριος άνεμος του
σοσιαλισμού, θα πνεύσει επιτέλους και θα σαρώσει τους αστούς’’. Ήταν μια εποχή
κατά την οποία η Ευρώπη προσπαθούσε εναγωνίως να συνέλθει από τις πληγές της,
να ανασυνταχθεί, να ορθοποδήσει και να
επαναπροσδιορίσει πάλι το πρόσωπο, την ίδια της την ταυτότητα, που τόσο
δραματικά απώλεσε στα χαρακώματα του Πρώτου Μεγάλου Πολέμου. Με το πρόσχημα της
καλύτερης προοπτικής, ο πατέρας του τον σπρώχνει τεχνηέντως προς το Παρίσι, με
το ατράνταχτο αιτιολογικό να ειδικευτεί στον κλάδο της Βιολογίας, στο καλύτερο
Πανεπιστήμιο τότε του κόσμου, και στο φημισμένο Ινστιτούτο Παστέρ,
εγκαταλείποντας ομολογουμένως εύκολα, ουσιαστικά ξεχνώντας, μεταξύ των άλλων
και την κοπέλα του στην Πράγα, τη γέφυρα του Καρόλου και το κάστρο της πόλης
του.
Στο Παρίσι,
η ζωή του Γιόζεφ ήταν αρκούντως ελκυστική. Στη ζωή του καθώς και στις
αντίστοιχες σελίδες του βιβλίου, κυριαρχούν το ανέμελο κομμουνιστικό κίνημα, οι παρέες με
τους ιδιόρρυθμους σουρεαλιστές των αρχών του προηγούμενου αιώνα, η μουσική ντίξι τζαζ που ερχόταν ασταμάτητα από
την αντίπερα πλευρά του Ατλαντικού, τα βαλς, τα ταγκό, τα τραγούδια με τον
Κάρλος Γκαρντέλ (1890 – 1935) τον άνθρωπο δηλαδή που σφράγισε με τη φωνή και τη γοητεία του το ταγκό, το μουσικό αυτό είδος
που γεννήθηκε στις φτωχογειτονιές του Μπουένος Άιρες και του Μοντεβιδέο στα
τέλη του 19ου αιώνα και αγαπήθηκε σε κάθε γωνιά του πλανήτη, τον ‘‘Καρλίτο’’ των πιστών θαυμαστών του, κι ακόμα
και το σπουδαιότερο, οι εύκολες γι αυτόν, γυναίκες της Πόλης του Φωτός.
Ταυτόχρονα, ξενυχτισμένος συνήθως, απασχολούνταν στο εργαστήριο του διάσημου
και πολύ γνωστού γιατρού, για τους κατοικούντες στην Ιερουσαλήμ, μικροβιολόγο
και ανοσολόγο, Pierre Paul Emile Roux (1853-1933).
Στην πόλη όμως ταυτόχρονα έρχονταν μανιασμένα οι αέρηδες, οι ιαχές των
προοδευτικών κινημάτων του εικοστού αιώνα, ήταν η εποχή που η γυναικεία
χειραφέτηση ήταν καθ’ οδόν, η ευλογιά ακόμα δεν είχε νικηθεί, τουναντίον
μάλιστα, η Γαλλία είχε παγιδευτεί χωρίς έλεος στις υποθέσεις της μακρινής
Κοχινκίνα στην Άπω Ανατολή, ο στρατηγός Φράνκο ολοένα κέρδιζε έδαφος στη χώρα
του, την Ισπανία, κι όλοι οι φίλοι του Γιόζεφ πίστευαν ότι ο φίλος τους θα
εγγραφόταν στις τάξεις του Τάγματος
Ντομπρόφσκι για παροχή ενεργούς και εκ του σύνεγγυς βοήθειας στους δημοκρατικούς
Ισπανούς. Το τελευταίο φαίνεται προς στιγμήν ότι σκιάζει την σκέψη του Γιόζεφ!
Δηλώνει πως η απουσία του από τα εκεί τεκταινόμενα, δεν θα καθόριζε δα και την τελική έκβαση του
πολέμου κι ότι ακόμα, με το δίπλωμα του βιολόγου θα ήταν περισσότερο χρήσιμος
στην ανθρωπότητα, και μάλιστα δεν επιτρέπει σε κανένα να αμφισβητήσει τις όποιες
επιλογές του. Ταυτόχρονα τον απορροφά ολοένα και πιο πολύ, ο θαυμαστός κόσμος
των μικροβίων, ο μικρόκοσμος, οι παθογόνοι μικροοργανισμοί, το μικροσκόπιο, η
επικείμενη ανακάλυψη του εμβολίου της ευλογιάς, η χρήση της πενικιλίνης στη
θεραπεία των βακτηριακών λοιμώξεων, οι ατέρμονες έρευνες ανεύρεσης του φαρμάκου
για την καταπολέμηση της θανατηφόρας φυματίωσης. Ξεχνάει τις συνελεύσεις και
διαδηλώσεις οι οποίες κάποτε μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον και το χρόνο του,
αντιμετωπίζοντας τους πρώην συντρόφους του με κάποιον σκεπτικισμό. Ταυτόχρονα στη Γερμανία, ο
Χίτλερ είχε ήδη ενσωματώσει τη περιοχή των Σουδητών στο Τρίτο Ράιχ, ενώ η
Αγγλία και η Γαλλία εφάρμοζαν την
πολιτική αποφυγής της σύγκρουσης ή καλύτερα την πολιτική κατευνασμού, όπως ονομάστηκε, αφού δεν αισθάνονταν κατάλληλα εξοπλισμένες
και έτοιμες για στρατιωτική ρήξη με τη Γερμανία, παρά το γεγονός ότι αρχίζουν
ήδη σταδιακά κάποιου βαθμού
επιστράτευση.
Τη στιγμή εκείνη
δέχεται μια άκρως ενδιαφέρουσα πρόταση. Μια θέση στο Ινστιτούτο Παστέρ στο
Αλγέρι. ‘‘ …Ο Γιόζεφ δεν θυμόταν πια ποιος φιλόσοφος είχε αποδείξει πως η ευκαιρία
χτυπάει την πόρτα σου μόνο μια φορά. Αν δεν την αδράξεις, κάποιος άλλος θα
σπεύσει να την επωφεληθεί. Οι φίλοι που του είχαν απομείνει, παρατήρησαν πως,
σε τελική ανάλυση, ήταν σαν αυτούς: απαρνιόταν τα πιστεύω του για μια ωραία καριέρα.
Εκείνος απάντησε πως η ισπανική δημοκρατία ήταν καταδικασμένη, η νίκη του
Φράνκο αναπόδραστη, και σε τίποτα δεν θα χρησίμευε να λάβει μέρος σ’ αυτή τη
μέχρι εσχάτων μάχη, γεμάτη μεγαλείο και ηρωισμό, αλλά ανώφελη και αυτοκτονική.
Θα συνέχιζε τον αγώνα, με τον τρόπο του, στην Αλγερία…’’.
Το Αλγέρι,
θα συνεπάρει τις αισθήσεις του νεαρού γιατρού-βιολόγου, εξαρχής. Ο ζεστός με
κάποιες πυρακτωμένες ριπές αέρα, η
περίεργη μυρωδιά βανίλιας, ένα
παραδεισένιο γαλάζιο χρώμα, ο ουρανός, η γη, όλα! Εδώ, στο Αλγέρι, τη Νέα Υόρκη
της Αφρικής, ο συγγραφέας, Ζαν-Μισέλ
Γκενασιά, θυμάται τη γενέθλια πόλη του, το Αλγέρι, και τη σκιαγραφεί δεόντως με
την επιτρεπόμενη νοσταλγία, στο πρόσωπο, στη συμπεριφορά και στο βίο του Γιόζεφ. Οι μεγάλες αποφάσεις
όμως λαμβάνονται για να αυτοαναιρούνται
κάποιες στιγμές. Δεν αλλάζει κανείς ποτέ χαρακτήρα! Ο Γιόζεφ παρά το πρώτο
χρονικό διάστημα ήπιας προσαρμογής στο Ινστιτούτο και την πόλη, αρχίζει να ζει και
πάλι, όπως και στο Παρίσι. Οι ουλώδεις πληγές όμως, τα παλιά διλήμματα, οι
ευκαιρίες, κάποιες στάσεις ζωής, προηγηθείσες προσωπικές επιλογές,
ξαναεμφανίζονται απειλητικά, ειδικά σε κάποιες προσωπικές στιγμές μοναξιάς και
περισυλλογής, κυρίως όταν έλειπε η Νελλύ,
αμείλικτες: ‘‘… Μήπως πράγματι είχε βρει δικαιολογίες για να μην
καταταγεί στις Διεθνείς Ταξιαρχίες; Ή μήπως είχε καταλάβει πριν απ’ τους άλλους
πως ήταν μια χαμένη υπόθεση και πως δεν χρησίμευε σε τίποτα να εμπλακείς σε μια
σύγκρουση καταδικασμένη εκ των προτέρων…’’;
Η εισβολή
του Χίτλερ στην Πολωνία, εκείνον το Σεπτέμβριο, τάραξε κάπως τα ήδη… προετοιμασμένα
νερά. Πολλοί εκεί κάτω πίστευαν ακράδαντα, ότι τα πάντα ήταν κανονισμένα και
μάλιστα κάτω από το τραπέζι, όπως ας πούμε, το πολύ γνωστό σύμφωνο μη επίθεσης
ανάμεσα στη Γερμανία και τη Σοβιετική Ένωση. Τον Γιόζεφ όμως δεν φαίνεται να
τον απασχολούν οι περιρρέουσες εκφάνσεις και παράμετροι της Ιστορίας. Προτιμάει
και εστιάζει το ενδιαφέρον του στο φάρμακο για την ελονοσία, εκείνο με βάση τη
συνθετική κινολίνη. Ο Δεύτερος, όμως, Παγκόσμιος Πόλεμος είναι γεγονός
αναμφισβήτητο, κι όλοι θα υποστούν, εκόντες άκοντες, τις συνέπειές του. Ξανά
και πάλι, για ακόμα άλλη μια φορά, θα σταματήσουν τα σχέδια, θα κακοφορμίσουν τα
όνειρα, θα ανακοπούν οι ενέργειες, οι ζωές εκείνων που έπρεπε υποχρεωτικά να
πληρώσουν με αίμα το τίμημα! Ο απόηχος των μαζικών διωγμών του εβραϊκού
στοιχείου, φτάνει μέχρι και το Αλγέρι.
‘‘… Έχω δυό
ερωτήσεις να σας θέσω, και ζητώ απαντήσεις ειλικρινείς και χωρίς διφορούμενα.
Είστε Εβραίος, Κάπλαν...’’;
Η ιστορία παρουσιάζεται και πάλι, ως
συνήθως, αδίστακτη κι αμείλικτη. Ο
Κάπλαν οδηγείται στη γενέθλια
πόλη του, το Αλγέρι τις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και για
να γλυτώσει τελικά μέσα στην έρημο, με αποστολή αφενός την παροχή ιατρικής
φροντίδας στους φτωχούς κατοίκους της και βεβαίως, από μια μεριά ως ελκυστικό
επαγγελματικό δόλωμα, την πολυπόθητη και τόσο απαραίτητη για την ανθρωπότητα, υλοποίηση
του προγράμματος πρόληψης της θανατηφόρας νόσου της ελονοσίας.
Επιστρέφει στην πατρίδα του, στην Πράγα,
μετά τη λήξη του μεγάλου πολέμου, για να βρει τα πάντα λεηλατημένα. Οικογενειακά
κειμήλια, συγγενείς, γνωστούς, φίλους, ίσως λίγες αναμνήσεις ακόμα παρούσες.
Εκεί ‘‘αθεράπευτα αισιόδοξος’’, ξαναρχίζει κι αυτός και οι σύντροφοί του, την
προσπάθεια για να οργανώσουν εκ νέου τις αναμνήσεις της χαμένης νιότης, γεμάτες
από ανέμελη ζωή, γυναίκες και μουσική, από άλλη σκοπιά φυσικά, να δουν εν τέλει
τα καινούργια μηνύματα της ιστορίας! Αλλά, φευ, η καινούργια Πράγα εγκλωβίζει
τους καινούργιους της κατοίκους σε ένα περίεργο καφκικό εφιάλτη μέσα στον οποίο
οι πρωταγωνιστές της ιστορίας, ασφυκτιούν και αγωνιούν!
Κι εδώ αρχίζει να κάνει την εμφάνισή του, ένα
άλλο πρόσωπο, το οποίο παρά τον τίτλο του βιβλίου, καταλαμβάνει μόλις το
τελευταίο ένα τρίτο του εκτεταμένου, πράγματι, κειμένου. Η μυθοπλασία εδώ
αναμιγνύεται, όπως γίνεται άλλωστε σε αυτές τις περιπτώσεις με τα γεγονότα, ο
συγγραφέας εκμεταλλεύεται έξυπνα μερικές σχισμές της ιστορίας, και πλάθει τις τελευταίες σελίδες του βιβλίου
του. Ίσως τις πιο σημαντικές. Ο μεγάλος επαναστάτης, Ερνέστο Γκεβάρα, έχει
μεταφερθεί με άκρα μυστικότητα στην Πράγα, με σοβαρές και απειλητικές για τη
ζωή του ασθένειες και τις επιπλοκές τους τις οποίες αποκόμισε σε μια
αποτυχημένη προσπάθεια να δρομολογήσει κάποιες σοσιαλιστικές αλλαγές στο Κονγκό, και νοσηλεύεται με εντολή
άνωθεν, από κεντρικά κλιμάκια συγκεκριμένα
της σοβιετικής ένωσης, σε μια απομονωμένη περιοχή της επαρχίας της
Τσεχοσλοβακίας, σε ένα σανατόριο το οποίο τώρα διευθύνει ο γιατρός Γιόζεφ Κάπλαν.
Ο υπαρκτός, ανύπαρκτος τελικά ίσως είναι σωστότερα να πούμε, σοσιαλισμός ή
σταλινισμός πιο σωστά από χρονικής σκοπιάς,
δείχνει το πρόσωπό του κι εδώ όπως και στο προηγούμενο, το δεύτερο
δηλαδή τμήμα του βιβλίου, σε όλη τη μεγαλοπρέπειά του. Εντεταλμένες
παρακολουθήσεις, μυστικές εντολές, αποφάσεις ανεξέλεγκτες, και ότι άλλο γνώρισε
για δεκαετίες ένα μεγάλο τμήμα της ανθρωπότητας και μάλιστα με ανελέητο τρόπο. ‘‘…Η
τόσο οργανωμένη αυτή κοινωνία δεν λειτουργούσε μόνη της, σαν από θαύμα. Κάπου,
σ’ ένα γραφείο, θα πρέπει να υπήρχε κάποιος που έπαιρνε τις αποφάσεις. Με τι
κριτήρια επιτέλους;
Ποιος γύριζε τον τροχό αυτής της μυστηριώδους λοταρίας…’’ ;
Ποιος γύριζε τον τροχό αυτής της μυστηριώδους λοταρίας…’’ ;
Ο Γκενασιά δείχνει με επιτυχία τη μεγάλη του ικανότητα για μυθοπλασία, περιγράφει τη ματαίωση των
χαμένων ελπίδων των πρωταγωνιστών του και άρα μεγάλου τμήματος εκείνων των
κοινωνιών, την οριστική ματαίωση των ιδανικών σχέσεων των δύο φύλων, των
πολιτικών ονείρων ολόκληρων γενεών που περιελάμβαναν το σοσιαλιστικό
μετασχηματισμό της κοινωνίας, τις φρούδες βεβαίως ελπίδες τους, ένα κείμενο με
στόχο το σταλινικό καθεστώς που έδειξε το χειρότερο πρόσωπο σε κάποιους, και όπως
αποδείχτηκε, πολλούς και ταυτόχρονα απέραντα αφελείς. ‘‘…Απ’ όλα τους όμως, αν
έπρεπε να συγκρατήσω ένα, αυτό θα ήταν η πτώση τους Τείχους. Γιατί εκείνη τη
μέρα κατέρρευσε η χειρότερη δικτατορία όλων των εποχών, το μεγαλύτερο ψέμα στην
ιστορία της ανθρωπότητας. Η ζωή σήμερα είναι δύσκολη, τουλάχιστον όμως είναι
ζωή ελεύθερων ατόμων..’’.
Ο μεγάλος επαναστάτης και γιατρός ταυτόχρονα,
έρχεται χαμηλότερα, αποκτάει πιο ‘‘ανθρώπινη υπόσταση’’! Μας εμφανίζεται
αδύναμος, τρωτός, άρρωστος, έχει την ανάγκη των γύρων του, ίσως λίγο
ερωτευμένος, και σίγουρα παγιδευμένος επίσης στις ιδιαιτερότητες της ιστορίας.
Στον αντίποδα ο Γιόζεφ, σε γενικές γραμμές μας παρουσιάζει και μας δίνει ένα
πιο αισιόδοξο μήνυμα. Την ατέρμονη προσπάθεια του ανθρώπου για επιβίωση, μέσα
σε όλες αυτές τις ιστορικές διαδρομές, τη βίαιη μετακίνησή του σε πολλαπλές χώρες και τόπους αναλόγως
πάντοτε των ιδιαίτερων συνθηκών, διανθισμένα όλα αυτά με μεγάλη δόση από
ειλικρινείς προσπάθειες, τις απαραίτητες πάντοτε γυναίκες με τα δικά τους
προβλήματα, όνειρα, ιδιαιτερότητες και στόχους, την ανάπτυξη της ιατρικής, της
επιδημιολογίας, της παρασιτολογίας και
της αντιμετώπισης των μεγάλων επιδημιών που σημάδεψαν σκληρά τον εικοστό και
όχι μόνο αιώνα, τη βοήθεια στους συνανθρώπους μας, την τρωτή παράμετρο του ανθρώπου, διανθισμένα με τους ήχους και τις νότες αγαπημένων
καλλιτεχνών και μουσικών τεχνοτροπιών που πλαισίωσαν τους πρωταγωνιστές στις
διάφορες χρονικές στιγμές.
Ο Jean-Michel Guenassia γεννήθηκε το 1950 στην Αλγερία. Εργάστηκε ως
δικηγόρος για μερικά χρόνια και κατά τη διάρκεια της
δεκαετίας του '80 και του '90 έγραψε σενάρια για τηλεοπτικές σειρές. Φαίνεται όμως ότι τον κέρδισε οριστικά η μυθοπλασία,
το μυθιστόρημα, και το ατελείωτο κεφάλαιο της ελεγείας για ολόκληρες γενιές του εικοστού αιώνα που
μεγάλωσαν μέσα σε αβεβαιότητες και όνειρα, οι αναγνώστες του σε τελική ανάλυση.
Ο πόλεμος της Αλγερίας,
οι πρόσφυγες από την Ανατολική Ευρώπη, με ότι εμπειρίες, βιώματα και μηνύματα κουβαλούσαν
στις αποσκευές τους, παρελαύνουν κι εδώ με
κάποια υφέρπουσα δόση μελαγχολίας όπως και στην πρώτη του επίσης επιτυχία ‘‘Η λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων’’, αμέσως μετά τη δημοσίευσή του το 2009, όταν τιμήθηκε με το Βραβείο Γκονκούρ των μαθητών του λυκείου, ως το καλύτερο μυθιστόρημα. Στη χώρα μας κυκλοφόρησε
από τον ίδιο εκδοτικό οίκο (Πόλις), όπως και ετούτο το βιβλίο, το 2013.
Το βιογραφικό του κ. Γεωργίου Σχορετσανίτη θα το βρείτε στην
Βικπαίδεια εδώ
Το βιογραφικό του κ. Γεωργίου Σχορετσανίτη θα το βρείτε στην
Βικπαίδεια εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ταχυδρομική Διεύθυνση Εντύπου
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΟΔΕΙΑ
ΛΙΝΑ Κ. ΤΖΙΑΜΟΥ
Τ.Κ. 18050 | ΣΠΕΤΣΕΣ
(αποστολή βιβλίων)
Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο | SODEIA@ymail.com
(αποστολή κειμένων, προτάσεων κ.α.)