Του Κυριάκου Χαλκόπουλου
Είναι αλήθεια πως
ήμουν πάρα πολύ προσεκτικός. Και εγώ καμιά φορά αναρωτήθηκα μήπως ο ίδιος ο
πυρήνας των δυσκολιών που αντιμετώπισα συνδεόταν με την αφύσικη διστακτικότητα
και καχυποψία μου, ότι, συνεπώς, αυτές δεν ήταν οι σύμμαχοι που πίστευα μα
δυνάμεις αντλημένες από εμένα που στρατεύτηκαν προς επίρρωση ισχύος εχθρικής.
Έτσι πορεύτηκα σε
αυτή τη ζωή, ως τώρα, δίχως ποτέ οριστικά να εγκαταλείπω τη μέριμνα και την
προσήλωση να εξασφαλίζεται πάντοτε μια διέξοδος για εμένα, όσο στενή και αν
ήταν, για το ενδεχόμενο όλοι μου οι υπολογισμοί να φανέρωναν μια απειλή εντελώς
πραγματική...
Για πολλά χρόνια η
εικασία μου ήταν πως εξαιρετικά δύσκολα θα πετύχαινα έστω και την επιβίωσή μου
σε αυτό το χώρο. Κατά καιρούς οι εκτιμήσεις αυτές αμβλύνονταν ως προς τα
ζοφερότερα συμπεράσματα τους, και ένοιωθα λίγο περισσότερο μια αίσθηση που
συγγενεύει με την ελευθερία όπως συγγενεύει με την απόδραση η πρώτη ατένιση
ενός παραθύρου που όμως πυργώνει σε ύψη όπου δεν είναι γνωστό αν ποτέ θα βρεθεί
κανείς. Άλλοτε, πάλι, όλες οι κρίσεις έμοιασαν να στρέφονται εναντίον μου,
καταδικάζοντας σε μια οριστική αποτυχία της επιδίωξης που όφειλε- πίστευα- να
νοείται ως αυτονόητη και έτσι να προσφέρεται όπως κάποιο βοήθημα στα χέρια ενός
παιδιού: να μη σβήσει το ίδιο το φως που κρατά στη ζωή.
Μέσα από σύνθετες
πορείες κατέληξα να αντιστρέψω αυτή τη διάθεση, και άρχισα ξανά, αλλά με τις
νεοαποκτημένες δυνάμεις από τη σταδιακή ατόνηση του συσσωρευμένου εκ του
παρελθόντος φόβου, την προσπάθεια να πλησιάσω κάποιον άλλο.
Το αποψινό βράδυ
συνδέεται με τόσα από τα περασμένα... Κυρίως όμως με ένα μεσημέρι και όχι
βράδυ, σε ένα δημόσιο σχολείο, σε ένα χώρο ξένο, στα μέσα της ερήμου των ετών
του δημοτικού, όπου βρέθηκα με αφορμή την επίσημη εξέταση για την απόκτηση ενός
ακόμα αγγλικού πτυχίου.
Το ίδιο το πτυχίο
είχε τον τίτλο του Ενδιάμεσου, καθώς βρίσκονταν εκατέρωθεν του στην κλίμακα των
διαβαθμίσεων αυτών των τίτλων αφ ενός κάποιο υποδεέστερο, αφ ετέρου το
προτελευταίο εκείνων που κρινόταν σκόπιμο κανείς να αποκτήσει για την
αγγλομάθεια.
Στην τάξη με τα
πολλά παιδιά, που κυρίως τα έβλεπα για πρώτη φορά, σκυμμένος στο γραπτό μου
κινούσα συνεχώς τις άκρες των δακτύλων αφού οι ερωτήσεις απαιτούσαν μονάχα μια
ματιά για να απαντηθούν. Οι τυπωμένες προτάσεις του διαγωνίσματος δε
φιλοδοξούσαν να κρατήσουν την προσοχή μου. Εξάλλου δεν ήταν άλλοι άνθρωποι, μα
σχέδια σε ένα χαρτί, όμορφα συρραμμένα φύλλα ανάμεσα σε δύο σκληρότερες σελίδες
που δημιουργούσαν με το άτονο χρώμα τους την αίσθηση πως αυτή η εργασία θα
ταξίδευε πολύ πιο μακριά από εμένα και το θρανίο όπου την ολοκλήρωνα, και
κάποιος σε ένα δωμάτιο που ποτέ δε θα έβλεπα θα διάβαζε τη σειρά των σωστών
συμπληρώσεων στα κενά, ή των επιλογών στα τετράγωνα πλαίσια με τη δυνατότητα να
σημειώσει κανείς μία σωστή και όχι τρεις άλλες με βαρετά επιτηδευμένη πρόθεση
να τον διχάσουν.
Σύμφωνα με την
τακτική μου να μην τραβώ την προσοχή, ξαναδιάβασα δύο φορές την εργασία μου,
περιμένοντας να περάσει η ώρα, ή κάποιος άλλος να σηκωθεί για να παραδώσει στην
έδρα το γραπτό του. Ακολούθως έφυγα από την αίθουσα, βιώνοντας πολύ έντονα τη
διαφορά ανάμεσα στα δεκάδες πρόσωπα που κλείστηκαν πέρα από την πόρτα, και τον
άδειο διάδρομο. Οι χάρτινες επιγραφές πλάι σε άλλες πόρτες με τις ανακοινώσεις
των αρχικών γραμμάτων των επιθέτων που συνέχιζαν να αγωνίζονται στις αίθουσες,
προς στιγμή θυμάμαι πως μου προξένησαν μια βαθιά λύπη, σα να στρέφονταν ενάντια
σε δικές μου ελπίδες για μία διάκριση που κάποτε θα με έπαιρνε από αυτά τα
πεδία που δεν ήταν λιγότερο επίπεδα από τα γραμμένα χαρτόνια των οδηγιών για τα
άσημα ονόματα...
Όμως εκείνο το μεσημέρι,
στον ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στα δύο κτίσματα του σχολείου όπου βρέθηκα
κατεβαίνοντας τις σκάλες, δε θα γινόταν να σκεφτώ ένα μαθηματικό έργο με τον
τίτλο “De Planis Locis”. Το ίδιο δεν ανήκε
στα σωσμένα έργα του Απολλώνιου Περγαίου, αν και μια ύστερη και ασυνήθιστα
λεπτομερής σύνοψή του είχε θέσει τον Fermat στον πειρασμό να
επιχειρήσει μια πλήρη αναδόμηση του χαμένου κειμένου.
Ο Απολλώνιος από
την Πέργη, οι κωνικές τομές, ο άνθρωπος της παλιάς Τουλούζης, δε βρίσκονταν στις έγνοιες μου στο σκιερό σοκάκι, πέρα
από το οποίο τη σχολική αυλή πυράκτωνε ο Ήλιος, μετατρέποντας τις λευκές πλάκες
της από πέτρα σε κάποιο πεδίο για τη μελέτη της δικής του εγωπαθούς
λαμπρότητας, μα ήταν από πριν γνωστό πως αυτή αναμφίβολα ίσχυε το ίδιο όπως και
πάντοτε, και αυτό θα συνέχιζε.
Ενώ αρχικά βημάτισα
ως την άκρη του στενού, διακρίνοντας εκεί ανάμεσα σε εκατό παιδιά και κάποια
από τις συμμαθήτριες μου, και παρόλο που αισθανόμουν ότι η διάκρισή μου στο
ανούσιο διαγωνισμό θα μου προσέδιδε μια ουδέτερη αφορμή για να της μιλήσω, αυτό
δεν έγινε ποτέ καθώς σύντομα με ακινητοποίησε μια παλιά- και η πιο ζοφερή μου-
σκέψη.
ΙΙ.
Καμιά φορά, όπως
σήμερα, ενώ περπατώ κατά μήκος της άκρης της πόλης, όπου η θάλασσα μέμφεται τα
ετερόκλητα κτίσματα μας με τη δική της ομοιογένεια, θυμάμαι και πάλι κάποια
παιδιά που είχα δει πριν από μια εβδομάδα στην άκρη της μικρής πέτρινης
προκυμαίας πολύ κοντά σε αυτό το μέρος.
Ένα από αυτά, στα
πέρατα εκείνης της κατασκευής, ένα κορίτσι στα τέλη της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης, είχε σηκώσει, καθώς στάθηκε κοιτώντας το νερό, τα χέρια της, ίσως
με τέτοιο τρόπο που να τα χώριζαν καθώς κατευθυνόταν το ένα αντίθετα στο άλλο
ακριβώς σαράντα μοίρες.
Τώρα δεν υπάρχει
κανείς εκεί. Πριν από λίγες ημέρες κατέβηκα ως την προκυμαία, περνώντας από ένα
οικόπεδο με βαθιά καστανό χώμα. Σε αντίθεση με άλλα σημεία της πόλης εδώ δεν
είχε πέσει κανείς από αυτό που έγινε στην αρχή της εβδομάδος.
Από μακριά, αλλά
και από εκείνο το χωράφι, φαίνεται ο μεγάλος Τροχός, εκεί όπου άλλοτε υπήρχε το
λούνα-παρκ, και ως παιδί του δημοτικού κρατούσα το χέρι της μητέρας μου ενώ το
πλησίαζα, ήδη βυθισμένος στη μελαγχολία που ποτέ δεν έμελλε να διαλυθεί στο
θάμβος σε μια απόσταση που θα έφτανα τάχα μελλοντικά από αυτήν. Ο Τροχός δεν
αποτελεί για εμένα κάποιο συχνό πλέον αντικείμενο των σκέψεών μου. Γνωρίζω τα
κύρια σημεία του, και προφανώς αυτά θα οδηγούν σε άλλες επισημάνσεις, και
εκείνες με τη σειρά τους σε άλλα μυστικά, ενώ ποτέ δε θα παύσει από μόνη της
μια τέτοια αναζήτηση. Μου αρκεί ότι το κάθε τμήμα του έχει εννιά άξονες που
περιφέρονται σε ένα κύκλο διατηρώντας παντοτινά την ίδια απόσταση ο ένας από
τον άλλο. Εξάλλου είναι καταχρηστικό να τον ονομάζω ως Τροχό, αφού η κυκλική
περιφέρεια δεν ανήκει σε κανένα δίσκο. Αυξομειώνεται, πάντοτε ως περιφέρεια
δίχως μια επιφάνεια, από τη μέγιστη μορφή της στην οποία οι άκρες από τους
εννιά άξονες είναι σημεία, ως την ελάχιστη, που πιθανολογώ ότι και εκείνη είναι
ένα σημείο ή κάτι οριακά μόνο ανόμοιο αυτού.
Δε με αφορά ο
Τροχός, αφού και το δικό μου έργο δεν είναι το ίδιο πλέον με ό,τι ίσχυε πριν
από το μεγάλο γεγονός της περασμένης εβδομάδας. Εγώ θα μπορούσα να τον
παρατηρώ, φυσικά- μήπως αυτό δεν έκανα από τα μέσα του δημοτικού; μήπως από
αυτή τη φρικτή έρευνα δεν επιχείρησα χίλιες φορές να απομακρυνθώ;- αλλά πλέον μου αρκεί να ψιθυρίζω καμιά φορά στους
ίδιους περιπάτους μου το βράδυ τις δεδομένες κρίσεις για τη προσωπική μου
ασφάλεια απέναντι σε αυτό το αντικείμενο. Εγώ δεν έχω στο κεφάλι μου, σε πάχος
ενός σημείου τον καθένα, τους εννιά άξονες αυτού του θηρίου, και δεν πρόκειται
κάποτε αυτοί να αρχίσουν να αυξάνουν τον όγκο τους, ώσπου να προεξέχουν οι
πρώτοι γύρω από τα αυτιά, και ενώ όλα ήδη θα είχαν σβήσει να έπεται η πιο
εντυπωσιακή τους κίνηση: εκείνη η έναρξη της περιστροφής των αξόνων που είναι
λεπίδες και σε μια στιγμή θα σκίσουν το κεφάλι που αγνοούσε πως τις περιείχε...
*
Είναι βέβαια αρκετά
φρικτά όλα αυτά, όμως γνωρίζω ότι δεν ευθύνομαι εγώ για ό,τι συνέβη. Ποτέ δε θα
μάθω αν, παρά την κύρια διαφορά μου με όλους τους άλλους ανθρώπους, εκείνοι
γινόταν επίσης να ζήσουν δίχως να επηρεάζονται στον κρισιμότερο βαθμό από αυτό
που τώρα σχηματίζεται από τα μέλη του στην άκρη της θάλασσας της πόλης. Ούτε
ήξερα ποτέ τι ζητάει, και δεν κατάφερα καν να συμπεράνω αποφασιστικά αν η
αναζήτηση του όντως αφορούσε εμένα. Αν όλοι οι άλλοι ήταν απλώς κάποια μάτια
στην υπηρεσία των αξόνων. Και γιατί να έχει δοθεί τόση πολύ προσοχή σε αυτόν το
μικρό πλανήτη.
Εγώ ήθελα κάτι πολύ
απλό. Κάτι τόσο απλό. Μονάχα να μου αποδείξω πως οι υπολογισμοί μου από παλιά
ήταν ένα σύνθετο σφάλμα. Μοναδικός λόγος που έδειξα εκείνα τα σχήματα σε
κάποιον που τυχαία γνώρισα σε μια βιβλιοθήκη ήταν να διαπιστώσω από την πλευρά
μου πως δεν ίσχυε καμία τέτοια αποκρουστική μοίρα για εμάς, για εμένα, για τους
άλλους...
Άλλωστε τα σχήματα
ήταν αδιάφορα σε κάθε άλλη περίπτωση. Κάποια συλλογή από γραμμές που μπλέκονταν
με τρόπο ανούσιο για οποιονδήποτε δεν είχε κατά νου μερικές σφαίρες και
κυλίνδρους, και ένα σωρό άλλα σε διάφορες διαστάσεις τους και μεγέθη. Τί θα
σήμαινε για εκείνο τον άνθρωπο ότι αντί να ακολουθηθεί η συνηθισμένη πορεία
επιλέχτηκαν άλλες, ότι τάχα καθώς ανεβαίναμε στις σκάλες η συζήτηση μας, κάποια
δικά του λόγια, είχε τόσο απορροφήσει το ενδιαφέρον μου που περάσαμε έναν
παραπάνω όροφο, την τελική μας έλευση στο σωστό από τα επίπεδα την υποδέχτηκε
μια σύντομη παύση ως να είχα όντως χάσει για λιγάκι την αναπνοή μου... Πίσω από
την πόρτα του διαμερίσματος μου υπήρχε, στο μικρό διάδρομο, ένας χάρτινος
πίνακας, όπως εκείνοι έξω από τις αίθουσες του διαγωνισμού στο παλιό
μεσημέρι του άγνωστου σχολείου, με τα σχήματα να φαίνονται μετά από τα
πρώτα βήματα σε αυτή τη στενωπό. Όταν έδειξα με το χέρι μου το διάδρομο, αφού
γύρισα προς την πόρτα ώστε να κλείσω, δεν περίμενα να μείνει ακίνητος ο
καλεσμένος μου στην αρχή εκείνου του χώρου. Φυσικά ήταν άσκημο για εμένα να
συμβεί μια τέτοια ατυχία, όμως σίγουρα απλώς πλησιάζοντας τον θα διαπίστωνα ότι
για εντελώς άσχετο και ακίνδυνο λόγο είχε πρόσκαιρα σταματήσει να περπατά.
Μα οι άξονες
σχηματίστηκαν τόσο γρήγορα. Πρωτοκοίταξα και ήδη εξείχαν του κρανίου.
Ήταν σε μια αδιαίρετη στιγμή που η περιστροφή τους ξεκίνησε και έφτασε στην
πλήρη της ένταση.
(Πάντως από την
ορμή της περιστροφής έφτασαν κάποια, προφανώς πολύ μικρά, τμήματά του κεφαλιού
του να κολλήσουν στους τοίχους του διαδρόμου, όπου και άρχισαν αργά αργά να
στάζουν σαν τον υπαινιγμό μιας αδικίας ή την απελπιστικά ανισοβαρή, τελευταία
εκδίκηση κάποιου που είχε τόσο πολύ χτυπηθεί...).
Μετά δεν έγιναν
πολλά. Ήταν φανερό καθώς πήγα στο δρόμο πως το ίδιο αποτέλεσμα είχαν και οι
υπόλοιποι άνθρωποι. Παντού η ίδια ειρηνική σιωπή προμήνυε ότι κανείς άλλος δεν
παρατήρησε το βίαιο τέλος ενός ολόκληρου είδους. Πέρα, μακριά, ενώ βάδιζα με
τον χειρότερο μορφασμό στο δικό μου άσπιλο πρόσωπο, κοιτώντας στην άκρη της
θάλασσας, δε θα ήταν δυνατό να μην ανακαλύψω το αντικείμενο που δομούταν και ήδη
είχε θέσει σε κίνηση τις βασικές γραμμές του τρομακτικού σχήματος ενός Τροχού.
Εγώ όπως και να
έχει θα επαναλαμβάνω πάντα αυτούς τους περιπάτους, με την ελπίδα κάποτε, την
επόμενη μέρα ή σε χίλιες μετά από αυτή, στην άκρη της πέτρινης προκυμαίας να
ξαναδώ εκείνη την κοπέλα ή έναν άλλο, και ας κοιτάζει πλέον όχι με χαρά σε
ειρηνικό ορίζοντα, αλλά με κάποιο βλέμμα που σχεδόν από μόνο του θα είναι
αρκετό για να εξουδετερώσει κάθε ευεργεσία για εμένα από τη συνάντησή μας. Τώρα
όσοι υπολογισμοί και αν ετοιμάστηκαν δεν πιστεύω πως θα πετύχω να κινηθώ με
έναν τρόπο που δε θα προξενούσε άμεσα τη μεγαλύτερη υποψία εναντίον μου,
ενώ υποτιθέμενα ήμουν και εγώ εκεί ως ένας ακόμα επιζών, με τα αληθινά
συναισθήματα που θ' ανάβλυζαν αυθόρμητα καθώς μπροστά του βρέθηκε και πάλι
κάποιος συγκλονισμένος με τον ίδιο τρόπο μ' εκείνον!
Γι αυτό και δε με
ενοχλεί πλέον ούτε η εικασία πως αντί γι αυτό θα συμβεί μια από τις ώρες ο
μεγάλος Τροχός να αρχίσει την αναληπτική του πορεία, στα αστέρια απ όπου θα
πρέπει να εστάλη. Και κανείς δε θα κοιτάζει αυτή την άνοδο ως μια που θα
θεράπευε το βαθύ τραύμα, σαν κάποια αιχμή που προσεκτικά αφαιρέθηκε δίχως να
συμπέσει η απομάκρυνσή της με την κατάρρευση του ήδη εξαρθρωμένου κορμιού που
άφηνε τώρα πίσω της.
Όπως τα καθαρά
ιατρικά μαχαίρια που άσχετα με την τύχη του ασθενούς θα επιστραφούν και πάλι
στις πολύτιμες θήκες τους.
Σε συρταρωτά έπιπλα
που ο μοναδικός προσωρινά επισκεπτόμενος το χώρο ήταν μαζί και ο μόνος που δε θα τα έχει δει
ποτέ.
Βιογραφικό
Ο Κυριάκος Χαλκόπουλος γεννήθηκε το 1979 στη Θεσσαλονίκη, όπου και ολοκλήρωσε τις βασικές του σπουδές. Κατόπιν σπούδασε στην Αγγλία και είναι πτυχιούχος της φιλοσοφικής σχολής του πανεπιστημίου του Έσσεξ. Διηγήματά του έχουν δημοσιευθεί σε έντυπα λογοτεχνικά περιοδικά (Δέκατα, Ένεκεν, Ίαμβος, Εντευκτήριο, Αντί επιλόγου, Χίμαιρες, Σοδειά κ.α.) και σε έντυπα του εξωτερικού (Αγγλία, Ελευθερία, Γερμανία, Εξάντας).
Παρουσιάζει δύο κύκλους σεμιναρίων για τη Φιλοσοφία, υπό την αιγίδα της Κεντρικής Δημοτικής Βιβλιοθήκης της Θεσσαλονίκης. Αρθρογραφεί για θέματα πολιτισμού στην εφημερίδα Μακεδονία της Θεσσαλονίκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ταχυδρομική Διεύθυνση Εντύπου
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΟΔΕΙΑ
ΛΙΝΑ Κ. ΤΖΙΑΜΟΥ
Τ.Κ. 18050 | ΣΠΕΤΣΕΣ
(αποστολή βιβλίων)
Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο | SODEIA@ymail.com
(αποστολή κειμένων, προτάσεων κ.α.)